Search the Community
Showing results for tags 'Ram V'.
-
O θεός του Θανάτου είναι μία γυναίκα. Μία γυναίκα, της οποίας, μέσα σε μια στιγμή, η ίδια της η παρουσία δεν είναι πλέον επιθυμητή. Και αυτό γιατί γεννιέται στη γή ένα μωρό, το οποίο όταν μεγαλώσει, θα ανακαλύψει την αθανασία. Έτσι, η θεά του Θανάτου, τελείως χαριστικά και για να μην την καταστρέψουν, την στέλνουν στην Γη στο σώμα μιας γυναίκας η οποία μόλις είχε πεθάνει. Στο σώμα της Laila Starr πλέον, ο θάνατος, αθάνατη πλέον, ψάχνει να βρει το μωρό το οποίο θα τη βγάλει εκτός δουλειάς, εκτός λόγου και ύπαρξης. Και όταν το βρει θα το σκοτώσει. Και το βρίσκει. Και το σκοτώνει; Δεν μπορεί...... Σίγουρα, για εμένα, το καλύτερο σεναριακά κόμικ του 2021. Και χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι είναι εκπληκτικό και ανεπανάληπτο, αλλά είναι τρομερά δουλεμένο, εσωτερικό αλλά και ταυτόχρονα εξωστρεφές, ασχολείται με αιώνιες αναζητήσεις του ανθρώπου περί ζωής και θανάτου, και τα κάνει όλα αυτά μελετημένα. Και στα δίνει απλά, στρωτά, χωρίς ιδιαίτερες πομπώδεις εκφράσεις και χωρίς να στα έχει όλα μασημένα, στη λογική του αμερικάνικου μπλοκμπαστερ που πρέπει να σου πει ότι το κακό είναι κακό, για να το καταλάβεις. Εδώ ο Ram V, όσα σου λέει, άλλα τόσα σε αφήνει να τα καταλάβεις, να τα φανταστείς, να τα προσεγγίσεις, ίσως ακόμα και να τα ψυχανεμιστείς. Και ενώ ανοίγει την τεράστια φιλοσοφική και ψυχολογική συζήτηση/αναζήτηση για τη ζωή και το θάνατο και τη διαδρομή μας ως μονάδες ανάμεσα σε αυτά τα χρονικά σημεία, έχει την ενσυναίσθηση να μην σε "στουμπώνει" με κάποια εύκολη ηθικολογική απάντηση, αλλά να σε κάνει κοινωνό της πρωταγωνίστριας, των αναζητήσεων και εν τέλει, των τελείως out-of-character αποφάσεων της. Ένα περίεργο, φαντασιακό slice-of-life (and death θα προσθέσω εγώ), το οποίο δείχνει ακριβώς στα υπόλοιπα slice-of-life ότι δεν είναι υποχρεωτικό να είσαι άνευρος και υποτονικός για να ανήκεις σε αυτή τη κατηγορία. Στο σχέδιο, ο Filipe Andrade, κάνει δουλειά την οποία δεν του την είχα, σε σχέση με κάποια (λίγα) υπερηρωικά που τον είχα ξαναδεί. Αν και δεν μιλάμε για το σενάριο για το οποίο βασίζεται ιδιαίτερα στο σχέδιο για να αναδειχθεί, καθώς το θέμα είναι αρκετα βαρύ και εσωτερικό, καταφέρνει ο σχεδιαστής να μην περάσει απαρατήρητος. Και όχι λόγω των φιγούρων ή των εκφράσεων των προσώπων που σχεδιάζει, όσο για το χρώμα που χρησιμοποιεί, το οποίο και αλλάζει, μεταλάσσεται, ακολουθεί πιστά την ατμόσφαιρα του κειμένου, γεμίζει και αδειάζει ανάλογα με το συναίσθημα που θέλει να περάσει προς τα έξω. Ωραία χρήση των καρέ και κυρίως της κάμερας, εντυπωσιάζει με την οπτική και αισθητική, παρά με την ίδια την ικανότητα του χεριού του. 5 τεύχη, ένα trade, ένα αξιολογότατο κόμικ, και ο νικήτής του Best Limited Series Eisner 2022 (πρόβλεψη κάνω ) Σε έναν ωκεανό μετριότητας, προτιμήστε το!!! Α, και για να μην ξεχνιέμαι, ένα variant από την Dani
-
Σενάριο: James Tynion IV, Ram V, Lonnie Naddler, Alex Paknadel κ.α Σχέδιο Dani, Μιχάλης Διαλυνάς, John J Pearson, Ricardo Lopez Ortis κ.α Τον περασμένο Οκτώβρη ξεκίνησε μια νέα ανθολογία τρόμου υπό την επίβλεψη του James Tynion IV, η οποία αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο τρίτο τεύχος, αλλά εγώ πριν κανα δυο εβδομάδες παρέλαβα τα δύο πρώτα. Σε πολύ γενικές γραμμές, η ύλη του περιοδικού αποτελείται από σύντομες ιστορίες, συνεντεύξεις (στο πρώτο τεύχος του Scott Snyder στον Tynion και στο δεύτερο του Gou Tanabe στον Zack Davisson) και διηγήματα. Όπως συμβαίνει σε κάθε ανθολογία, το επίπεδο διαφέρει αισθητά από ιστορία σε ιστορία, ωστόσο, έχοντας διαβάσει και το δεύτερο τεύχος, ομολογώ πως το βρήκα πολύ κατώτερο από το πρώτο, με ελάχιστες ενδιαφέρουσες εξαιρέσεις. Ας τα δούμε όμως λίγο πιο αναλυτικά. Από το πρώτο τεύχος, στο οποίο μάλιστα έχουμε διπλό ελληνικό χτύπημα με τη συμμετοχή του Μιχάλη Διαλυνά και της Dani, ξεχώρισα το Dead Means Dead (Foxe, Διαλυνάς) σχετικά με ένα πτώμα που ίσως να μην είναι όσο νεκρό φαίνεται, το She’s Got It (Zac Thompson, Cha) για ένα ανέμελο κυριακάτικο πρωινό που παίρνει μια εφιαλτική τροπή και είναι σχεδιασμένο εξαιρετικά άβολα από την υπέροχη Cha, αλλά και το A Dream of Time (Ram V, John J Pearson), την μάλλον πιο ποιητική ιστορία του τεύχους που δίνει μια διαφορετική διάσταση στις θεωρίες για το τέλος του κόσμου το 2012 με το σχέδιο να θυμίζει κάτι από τον πολυαγαπημένο μου Dave McKean. Επιπλέον, λάτρεψα, όπως ήταν αναμενόμενο, και το σχέδιο της Dani στο Anatomy of the Rut, αν και σεναριακά δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Οι υπόλοιπες ιστορίες ήταν είτε απλά οκ, είτε κακές με τη ζυγαριά να γέρνει στις πρώτες. Δυστυχώς, όμως, η ισορροπία αντιστράφηκε στο δεύτερο τεύχος, όπου με δυσκολία ξεχώρισα κάποια ιστορία. Αγαπημένη μου ήταν το πρώτο κεφάλαιο του The Adventures of Killboy (James Tynion IV, Ricardo Lopez Ortis), το οποίο αποτελεί την πρώτη εμφάνιση του Killboy, χαρακτήρα που φαίνεται πως θέλει να μετατραπεί στο σήμα κατατεθέν του περιοδικού. Ο Killboy πρόκειται για τον φιλικό serial killer της γειτονιάς που σκοτώνει με σαδιστικότατο τρόπο όσους κάνουν το παραμικρό παράπτωμα και δείχνει τα βιντεάκια των δολοφονιών στα άτομα τα οποία υποτίθεται πως θέλει να προστατέψει. Υποσχόμενο φαίνεται και το Cinderside ( Alex Paknadel, Jason Loo),το οποίο θα συνεχιστεί και αυτό σε επόμενα τεύχη, οπότε δεν έχω πλήρη εικόνα, ενώ οι υπόλοιπες ιστορίες ήταν σοκαριστικά αδιάφορες, σε σχεδιαστικό και σεναριακό επίπεδο. Πάντως, απ’ ότι ξέρω στο τρίτο τεύχος έχουν επιστρέψει κάποιοι αγαπημένοι μου δημιουργοί (Ram V και Lonnie Nadler), ενώ έχουν προστεθεί και άλλοι που μου έχουν τραβήξει το ενδιαφέρον, οπότε ελπίζω σε ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση, νομίζω πως αξίζει τον κόπο, αφού καλύπτει το κενό για ιστορίες τρόμου δια χειρός σπουδαίων ονομάτων της σύγχρονης κόμικ σκηνής. Το περιοδικό το βρίσκετε ΕΔΩ, τα δύο πρώτα τεύχη μόνο ψηφιακά πλέον, το τρίτο και σε έντυπο.
- 8 replies
-
- 10
-
-
-
- James Tynion IV
- Ram V
-
(and 4 more)
Tagged with:
-
Είναι πάντα ενδιαφέρον, όταν γνωστά και πιθανόν αναμασημένα πράγματα παίρνουν μια νέα πνοή ή δίνονται μέσα από μια άλλη οπτική γωνία. Αυτή είναι και η περίπτωση αυτού του κόμικ από την εταιρεία Vault, η οποία προσπαθεί να δώσει στο κοινό κάποια ενδιαφέροντα και διαφορετικά κόμικς, όπως οφείλουν να κάνουν όλες οι εταιρείες, που θέλουν να επιβιώσουν στο σκληρό αυτό χώρο. Ο σεναριογράφος της σειράς, Ram V, όπως και ο σχεδιαστής, Sumit Kumar, είναι αμφότεροι Ινδοί και εδώ μεταφέρουν τον τετριμμένο μύθο των βρικολάκων στη χώρα τους στο σωτήριο έτος 1766, λίγο πριν οι Βρετανοί “ανθρωπιστές” εισβάλουν στην Ινδία, για να “εκπολιτίσουν” τούς “βάρβαρους” Ινδούς. Η ιστορία αφηγείται ένα ταξίδι Βρετανών βρικολάκων στην Ινδία, οι οποίοι δεν βλέπουν την ώρα να τραφούν από τον αυτόχθονα πληθυσμό. Δεν είναι καθόλου δύσκολο να διακρίνουμε την παραβολή πίσω από το μύθο (οι Βρετανοί αποικιοκράτες, οι οποίοι ετοιμάζονται να εκμεταλλευτούν τους Ινδούς), αλλά το παιχνίδι παίζεται στην Ινδία και οι κανόνες αλλάζουν, επειδή οι καλλιτέχνες αξιοποιούν σε ικανοποιητικό βαθμό τον περίγυρο και την κουλτούρα της αχανούς χώρας. Βλέπετε, οι βρικόλακες δεν θα αντιμετωπίσουν ανυπεράσπιστους ανθρώπους, αλλά υπερφυσικά όντα της ιδιαίτερα πλούσιας ινδουιστικής θρησκείας. Η παραβολή έχει και μια επιπλέον διάσταση, αφού κάποιοι Ινδοί είναι Ινδουιστές, ενώ άλλοι Μουσουλμάνοι και τελικά συνεργάζονται, για να αποκρούσουν τους Βρετανούς: και εδώ έχουμε και αναφορά στην πρόσφατη ιστορία της χώρας, τη διαμάχη μεταξύ των δύο θρησκευμάτων και την τελική διχοτόμηση της χώρας σε Ινδία και Πακιστάν. Η καθαυτή ιστορία είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, προχωρά με διάφορες αφηγηματικές τεχνικές, όπως ο.χ. μέσω αλληλογραφίας (θυμίζω, ότι ο “Δράκουλας¨του Στόκερ εκτυλίσσεται αποκλειστικά μέσω ανταλλαγής γραμμάτων) και ο σεναριογράφος μπλέκει με επιτυχία το προσωπικό και το συλλογικό, αλλά και το πολιτικό με το αισθηματικό. Το τέλος δεν είναι ακριβώς αίσιο, αλλά μας δηλώνει, ότι η ασθένεια που κουβαλάνε οι Βρετανοί βρικόλακες γίνεται τελικά ενδημική στην Ινδία. Πολύ ωραίο σχέδιο του Κουμάρ, πάρα πολύ ωραία χρώματα από το Βιττόριο Αστόνε, όχι απλά συμβάλλον στο αποτέλεσμα, αλλά δημιουργούν μια καινούρια πραγματικότητα, μια μυθολογία, την οποία οι Βρετανοί εισβολείς (κι εμείς, οι Δυτικοί αναγνώστες) αδυνατούν να καταλάβουν. Πολύ ζωντανό σχέδιο, αρκετά εκφραστικό με πολύ ζωντανά χρώματα, στα οποία αντιπαραβάλλεται η μουντάδα του Λονδίνου, μας χαρίζει πολλές ωραίες στιγμές δράσης αλλά και αγωνίας και συναισθημάτων. Ένα κόμικ, που σίγουρα αξίζει την προσοχή σας. Πηγές για περαιτέρω μελέτη Κριτική στο The Comics Journal Αυτή η παρουσίαση αναρτήθηκε για πρώτη φορά στο ιστολόγιο astoixeiotos.wordpress.com
- 2 replies
-
- 16
-
-
-
- Ram V
- Sumit Kumar
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Μιας και συζητήθηκε το Blue in Green, ευκαιρία να ανεβάσω και το κείμενο που έγραψα γι' αυτό πριν λίγο καιρό. Αφιερωμένο στον @geo_trou Σύμφωνα με έναν αρκετά διαδεδομένο θρύλο, αν κάποιος πουλήσει τη ψυχή του στο Διάβολο θα μπορέσει να πετύχει τους πιο φιλόδοξους στόχους του. Αυτό το μοτίβο κάνει την εμφάνιση του σε παραδοσιακές ιστορίες, όπως ο Φάουστ, ενώ διάφορες παρόμοιες φήμες περιτριγυρίζουν και καλλιτέχνες με ίσως πιο γνωστή την περίπτωση του μπλουζίστα μουσικού Robert Johnson, ο οποίος ξαφνικά απέκτησε ζηλευτές κιθαριστικές ικανότητες. Πάνω σε αυτή την ιδέα βασίζεται και μια από τις -προσωπικά- πιο πολυαναμενόμενες κυκλοφορίες κόμικ της χρονιάς, το Blue In Green, σε σενάριο του Ram V, σχέδιο του Anand RK και χρώμα του John J. Pearson, στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Erik, ένας σαξοφωνίστας, ο οποίος παρ’ ότι ως παιδί είχε δημιουργήσει προσδοκίες για μια ξεχωριστή μουσική καριέρα, αυτές δεν επαληθεύτηκαν, αφού προτίμησε την καριέρα του καθηγητή. Ο θάνατος της μητέρας του, η προσωρινή επιστροφή στο πατρικό του σπίτι και η φωτογραφία ενός άγνωστου μουσικού που θα ανακαλύψει στις στοίβες πραγμάτων που η μητέρα του αρνούνταν να πετάξει σύντομα θα αποδειχθούν καθοριστικοί για το μουσικό του μέλλον, αφού θα τον υποχρεώσουν να πάρει μια σημαντική απόφαση, πληρώνοντας βέβαια το αντίστοιχο βαρύ τίμημα. Η ιστορία που αφηγείται ο Ram V πιθανότατα δεν είναι και η πιο πρωτότυπη και σίγουρα σε αυτόν τον τομέα υπολείπεται της συγκλονιστικής προηγούμενης δουλειάς του, These Savage Shores. Ωστόσο, πολλές φορές δεν έχει σημασία τόσο το τι λες, αλλά το πώς. Ο, τι υπολείπεται σε σεναριακή πρωτοτυπία, λοιπόν, ο Ram V το αναπληρώνει με την εμβάθυνση των χαρακτήρων και την αφήγηση μέσω της οποίας ξεδιπλώνεται η πλοκή. Όσον αφορά τους χαρακτήρες, ο Ram V καταφέρνει να σκιαγραφήσει σύντομα και περιεκτικά τις σχέσεις του Erik με τα κοντινά του πρόσωπα – την απόμακρη σχέση με την αδερφή του, η οποία οδηγείται σε κάποια ξεσπάσματα που βρήκαν ευκαιρία να εκφραστούν μετά την κηδεία, αλλά και τον φόβο που ένιωθε για τη μητέρα του, η οποία του απαγόρευε να ασχολείται με το σαξόφωνο. Κυρίως, όμως, καταφέρνει να βουτήξει στην ψυχοσύνθεση του ίδιου του πρωταγωνιστή του, του Erik, και να αναδείξει τους προσωπικούς του φόβους και τις ανασφάλειες για την ίδια του τη ζωή, την οποία θεωρεί άνευ σημασίας. Η κατάβαση στη ψυχή του Erik επιτυγχάνεται μέσω του εσωτερικού μονολόγου, τον οποίον ο Ram V χρησιμοποιεί ως βασικό όχημα για το ξεδίπλωμα της ιστορίας. Τούτη η αφηγηματική επιλογή κρίνεται επιτυχημένη για δύο λόγους – αφενός συνεισφέρει στη δημιουργία μιας πλούσιας αναγνωστικής εμπειρίας (η οποία απουσιάζει από την πλειονότητα των σύγχρονων κόμικς που τις περισσότερες φορές αφήνουν μια αίσθηση βιασύνης) με έντονη λογοτεχνική αύρα και αφετέρου δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ταιριαστή με το ύφος της ιστορίας, όπως αυτό διαμορφώνεται από το σχέδιο και το χρώμα. Σ’ αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί πως η πλοκή προέκυψε ύστερα από αυτοσχεδιασμούς του Ram V και του Anand RK, προκειμένου να αποτυπωθεί η αυτοσχεδιαστική φύση της τζαζ μουσικής. Έχοντας, όμως, αυτή την πληροφορία κατά νου οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως το τελικό αποτέλεσμα, αν και αρκετά αφαιρετικό, μοιάζει πιο δομημένο απ’ ότι θα περίμενε κανείς, λες και το σενάριο ποτέ δεν παρασύρθηκε από αποφάσεις της στιγμής. Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω αποφασίσει ακόμα αν αυτό το θεωρώ προτέρημα ή μειονέκτημα της ιστορίας. Αντιθέτως, αυτό που με βεβαιότητα μπορώ να ισχυριστώ πως έλειψε από την ιστορία ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος της jazz ή για να μην το συγκεκριμενοποιώ τόσο, της μουσικής γενικότερα. Σίγουρα, η ενσωμάτωση μουσικών χαρακτηριστικών στο άνευ ήχων μέσο των κόμικς φαντάζει από δύσκολη ως ακατόρθωτη, αλλά θα είχε ενδιαφέρον μια έστω και αποτυχημένη προσπάθεια. Βέβαια, το Blue in Green είναι από εκείνες τις ιστορίες που το σχέδιο έχει την πρωτοκαθεδρία. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να συμβεί διαφορετικά, όταν το επίπεδο είναι τόσο υψηλό, καταφέρνοντας να ξεχωρίζει σε μια χρονιά γεμάτη με πανέμορφες κυκλοφορίες. Ο Anand RK, γνώριμος συνεργάτης και φίλος του Ram V, φιλτράρει τις διδαχές των Bill Sienkiewicz, Dave McKean και Andrea Sorrentino (Joker: Killer Smile), παραδίδοντας εικόνες που μοιάζουν φευγαλέες (ακριβώς, όπως συνέβη και στην προηγούμενη συνεργασία τους, το Grafity’s Wall), μα σε υποχρεώνουν να χαζεύεις για ώρες. Το σχέδιο του, ένα συνονθύλευμα ποικίλων μα οργανικά δεμένων εικαστικών τεχνικών, ισορροπεί ανάμεσα στη γοητευτική ασάφεια των γρήγορων σκίτσων και στην αισθητική αρτιότητα που συναντάται σε λεπτοδουλεμένους πίνακες ζωγραφικής, αποτυπώνοντας τον υπαρξιακό τρόμο που βιώνει ο Erik ως έναν εφιάλτη, όπου οι λεπτομέρειες χάνουν το νόημα τους, γίνονται δυσδιάκριτες και τον πρώτο λόγο παίρνει μια απροσδιόριστη αίσθηση απειλής που υποβόσκει σε κάθε καρέ. Από κοντά, βρίσκεται και ο υπέροχος χρωματισμός του John J. Pearson, ο οποίος παρ΄ότι υιοθετεί χρώματα ασυνήθιστα (πχ μωβ) μοιάζοντας ανα στιγμές να αψηφά τη λογική, εν τέλει αποδεικνύεται απόλυτα ταιριαστός με το σχέδιο. Το Blue in Green είχε δημιουργήσει αρκετές προσδοκίες πριν την κυκλοφορία του λόγω του υλικού που είχε δημοσιευτεί. Έχοντας ολοκληρώσει την ανάγνωσή του, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως δικαίωσε την αναμονή, αποτελώντας μια ιστορία που όλες οι πτυχές της συνεργάζονται ιδανικά μεταξύ τους. Σίγουρα, η αισθητική του σχεδίου κλέβει τις εντυπώσεις, ωστόσο και το σενάριο κρύβει ιδέες που μολύνουν τις σκέψεις των αναγνωστών ώρες μετά το φινάλε, εξερευνώντας τα όρια της καλλιτεχνικής φιλοδοξίας. Εν ολίγοις, μια απ’ τις καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς. Y.γ. Προσπάθησα να μην ανεβάσω τα πιο ωραία παραδείγματα του σχεδίου, αλλά νομίζω πως και αυτά κάνουν τη δουλειά τους, τουλάχιστον εμένα με είχαν πείσει! Υ.γ 2 Λίγο καιρό μετά, κυκλοφόρησε και το Soul της Pixar, το οποίο έχει πολύύύύύ παρόμοια θεματική (μάλιστα και εκεί ο πρωταγωνιστής ειναι καθηγητής που θα ήθελε να γίνει σπουδαίος μουσικός), οπότε τα προτείνω ως double feature κι ας ειναι σε διαφορετικά μέσα.