Jump to content

Καλώς ήλθατε στο ComicStreet

Γίνετε μέλη της κοινότητας. Η εγγραφή είναι γρήγορη και εύκολη.

Search the Community

Showing results for tags 'Jacques Tardi'.

  • Search By Tags

    Type tags separated by commas.
  • Search By Author

Content Type


Forums

  • ΥΠΟΔΟΧΗ
    • Κανόνες
    • Νέα / Ανακοινώσεις
    • Απορίες / Βοήθεια
    • Γενική Συζήτηση
  • ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ / ΑΡΘΡΑ
    • ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
    • ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
    • ΞΕΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
    • ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
    • WEBCOMICS
  • ΚΟΜΙΚΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΤΕΧΝΕΣ
    • Κινηματογράφος/TV και Κόμικς
    • Animation
    • Βιβλία
  • ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ - ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
    • Καταστήματα
    • Πηγές - Ενημέρωση

Find results in...

Find results that contain...


Date Created

  • Start

    End


Last Updated

  • Start

    End


Filter by number of...

Joined

  • Start

    End


Group


About Me

Found 9 results

  1. Πολύ χάρηκα που διάβασα το συγκεκριμένο. Δύο (και) χρόνια το 'χα βάλει στο μάτι. Το 'χα σκαναρισμένο αλλά δεν γούσταρα γιατί το σχέδιο, αυτό το ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ σχέδιο δεν είναι για οθόνη όπως και να το κάνουμε. Βρέθηκε λοιπόν ένας Άγγελος(star comics) και όπως τα λέγαμε στο μαγαζί του, τσουπ το Arctic Marauder από την Fantagraphics που είχε εξαφανιστεί από κάθε μεγάλο σάιτ και το νόμιζα εξαντλημένο. Με συνοπτικές διαδικασίες αποκτήθηκε και διαβάστηκε. Δεν υπάρχει λόγος να εκθειάσω την έκδοση, η Fanta είναι Fanta, με παχύ χορταστικό χαρτί και μεγάλο μέγεθος που απογείωσε το ήδη εξωπραγματικό εικαστικό κομμάτι του κόμικ. Ο Ζερόμ Πλυμιέ, φοιτητής ιατρικής, ταξιδεύοντας με το "ΑΝΖΟΥ" στο Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό, γίνεται μαρτυράς ενός ανεξήγητου θεάματος: στην κορυφή ενός παγόβουνου, παγιδευμένο ένα ναυαγισμένο πλοίο. Για επίσης ανεξήγητους λόγους το "ΑΝΖΟΥ" ανατινάζεται και βυθίζεται. Ο Ζερόμ Πλυμιέ με μερικούς άνδρες της ανιχνευτικής ομάδας που είχε αποβιβαστεί για την εξερεύνηση του παγιδευμένου πλοίου, διασώζεται, για να ξεκινήσει μια περιπέτεια που θα τον φέρει αντιμέτωπο με τρελούς επιστήμονες, τέρατα του βυθού, φουτουριστικά υποβρύχια και ιπτάμενες μηχανές. Aυτό το ταρντικό μισοξεχασμένο πόνημα έχει κυκλοφορήσει στα Ελληνικά! Mπήκε σε συνέχειες στα τεύχη #22-27 του περιοδικού Παρά Πέντε από τον Δεκέμβριο του 1986 μέχρι τον Ιούνιο του 1987. Το "Le démon des glaces" όπως πολύ εύστοχα γράφει στο οπισθόφυλλο της Αγγλικής έκδοσης, είναι θα έλεγε κανείς ένα icepunk κόμικ. Μια πανέμορφη μείξη του απόμακρου, στεγνού και γοητευτικού αρκτικού τοπίου με την steampunk αισθητική. Σε μένα χτύπησε πολύ ευαίσθητη χορδή μιας και λατρεύω οτιδήποτε steampunk όπως επίσης οποιαδήποτε ιστορία εξελίσσεται εν μέρει ή εξολοκλήρου πάνω ή μέσα σε ωκεανούς. Η απεραντοσύνη και το τι κρύβουν στα βάθη τους με γοητεύει απεριόριστα. Είναι και ταρντί, πόσο ν'αντέξω πια. Πέρα από την πλάκα, καταλαβαίνω πως η ιδέα των τρελών επιστημόνων και των σχεδίων τους είναι κατατί τετριμμένη. Είναι γραμμένη βέβαια το 1974, τότε πρωτοκυκλοφόρησε από τον νεαρό Ζακ και την Dargaud οπότε ισχύει η πεποίθηση μου σχετικά με το ότι κρίνεις κάτι με βάση το πότε και το που κυκλοφόρησε. Μην ξεχνάμε ότι τότε πουλούσε πολύ έντονα η περσόνα του τρελού επιστήμονα που θέλει να καταστρέψει το σύμπαν και ο Ταρντί το ενσωμάτωσε πολύ φινετσάτα. Είναι αρκετά μινιμάλ το σενάριο αλλά δεν με ενόχλησε καθόλου, ίσα ίσα που σε προετοιμάζει για κάτι σούπερ σύνθετο με υπερφυσικό αέρα και στο γυρνάει 180 μοίρες Το σχέδιο είναι πραγματικό χάρμα οφθαλμών. Ο,τι καλύτερο, αψεγάδιαστο, top notch και όλα τα υπερθετικά που υπάρχουν. Διαβάστε το σκαναρισμένο αλλά αγοράστε με κλειστά μάτια την έκδοση της Fanta. Αξίζει τα λεφτά της μέχρι το τελευταίο σεντ. Εκτός και αν μιλάτε Γαλλικά και έχετε το κατοστάρικο που πάει η πρώτη Θα έβαζα και άλλες εσωτερικές σελίδες αλλά θα παρασυρθώ και θα τις βάλω όλες. ? ? bedetheque
  2. Τελευταίο πόνημα του μεγάλου Ζακ Ταρντί ( Goddamn this War!, Η Πρηνής Θέση του Σκοπευτή, Το Μελαγχολικό Κομμάτι της Δυτικής Ακτής, Ομίχλη στην Γέφυρα του Τόλμπιακ κ.α.), ενός από τους προσωπικά αγαπημένους μου κομίστες, είναι το πολύ προσωπικό I, Rene Tardi, Prisoner of War in Stalag IIB. Όπως περιγράφει και ο τίτλος, ο Ζακ παίρνει αφηγήσεις του πατέρα του ανά τα χρόνια και συνθέτει το ψηφιδωτό της εμπειρίας του από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Ξεκινά από τον νεανικό ενθουσιασμό του 20χρονου Ρενέ που μπαίνει εθελοντικά στον -ανίκητο αλλά με εξοπλισμό του 1915- γαλλικό στρατό το 1939. Περνά από την βραχεία θητεία του ως χειριστής πολυβόλου στα γαλλικά τεθωρακισμένα και καταλήγει στην αιχμαλώτιση του και την μεταφορά του ως PoW στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Stalag IIB στην Πομερανία. Το πολύ μεγάλο αυτό κόμικ πήρε στον Ταρντί πάνω από 3 χρόνια για να ολοκληρώσει (χρόνος που μου φάνηκε και σχετικά λίγος δεδομένης της ηλικίας του και της πολιτικής του δραστηριότητας στην Γαλλία που του τρώει αρκετό χρόνο) και χωρίζεται σε τρεις τόμους, εκ των οποίων ο πρώτος εκδόθηκε ταυτόχρονα στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά το 2018 και είναι αυτός που μέχρι στιγμής έχω διαβάσει. Δεν θα μπω στην διαδικασία να εκθειάσω το έργο ή να βυθιστώ σε πληροφορίες περί ιστορικής ακρίβειας και λεπτομέρειας γιατί ο τόμος (και υποθέτω και οι επόμενοι δύο) έχει αρκετές σελίδες προλόγου με αυτό το περιεχόμενο και μεταξύ μας δεν είναι αυτά που κράτησα διαβάζοντας το. Το συμπάθησα από την πρώτη στιγμή γιατί βγάζει από τα πρώτα καρέ αυτό τον χλευαστικό γλυκόπικρο αέρα που μόνο όσοι έζησαν δια ζώσης το όλο σκηνικό μπορούν να εκπέμψουν. Ανήκει σε αυτή την κατηγορία των πολεμικών έργων (είτε βιογραφιών, είτε ιστορικής φαντασίας, είτε μαρτυριών) που προσφέρουν την ρεαλιστικότερη δυνατή ματιά στο πως βίωσε ο εκάστοτε πρωταγωνιστής την κατάσταση. Κουνώντας το δάχτυλο στο Χόλιγουντ και γενικά στα μέινστριμ μίντια όσον αφορά την απεικόνιση του β' π.π., αποφεύγει απόλυτα να παίξει το χαρτί του άρρωστου ρομαντισμού του πολέμου. Ταυτόχρονα δεν μπαίνει στο τριπάκι να τα δείξει όλα μαύρα και άραχνα ανά πάσα ώρα και στιγμή, θυμίζοντας μας ότι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης το χιούμορ υπήρχε και αποτελούσε βασικό όπλο αντεπίθεσης και συσπείρωσης των φυλακισμένων. Ενδεικτικά, ο Ρενέ περιγράφει πως σε κάθε μέτρημα των φυλακισμένων πρωί και βράδυ μπέρδευαν τους φύλακες με αποτέλεσμα να μετράνε ξανά και ξανά βγάζοντας άλλα αθροίσματα. Ακόμα και αν έτρωγαν ξύλο με μακριά λάστιχα και γκλοπ, ή ακόμα και αν έστεκαν για ώρες στο χιόνι, κάθε φορά έκαναν το ίδιο και γελούσαν με τους Γερμανούς που τσακώνονταν μεταξύ τους για το ποιος είναι ο πιο ανίκανος. Είναι ένα έργο λοιπόν που παρόλο την μαυρίλα που αναμενόμενα περιέχει έχει αστεία σημεία και έναν κυνικό Ρενέ που πετάει την μια ατάκα μετά την άλλη. Θυμίζει έντονα Σλουμπ και Ουδέν νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο και αυτό αρκεί για να το εκτιμήσεις. Το σχέδιο είναι πιο άγριο από το σύνηθες του Ταρντί, επίτηδες ασπρόμαυρο με μόνο χρώμα το κόκκινο της ναζιστικής σημαίας και του αίματος. Κλασικό τρικ του Ταρντί που χρησιμοποιεί και αλλού (π.χ. στον εξολοθρευτή κατσαρίδων) και δημιουργεί μεγαλύτερη και αμεσότερη αντίθεση μεταξύ των εκάστοτε μεν και δε. Αυτό που διαφέρει από τα συνηθισμένα του είναι πως έχει μεγάλα μπαλονάκια με πάρα πολύ κείμενο, σίγουρα για να βάλει μέσα όλα όσα του περιέγραψε ο πατέρας του και να ενισχύσει τον βιωματικό χαρακτήρα του κόμικ. Παρόλα αυτά, έπιασα τον εαυτό μου σε αρκετές φάσεις να κουράζομαι με το πόσο έπρεπε να διαβάσω και εδώ πιστεύω ότι μπορούσε να κάνει και καλύτερη κατανομή μεταξύ σκίτσου-κειμένου, άλλωστε δεν είναι κανένας χθεσινός. Το κόμικ έχει μια ξεχωριστή θέση στο μυαλό μου γιατί μια έκθεση που βρέθηκα κάποτε και βασίστηκε στην κυκλοφορία του, ήταν και ο λόγος που γνώρισα τον Ταρντί από κοντά. Περιττό να περιγράψω τον ενθουσιασμό μου, από το να τον ακούω να περιγράφει τεχνικές σχεδίου με σπαστά αγγλικά μέχρι να χαζεύω κάτι εκατοντάδες αυθεντικές σελίδες από κόμικ του. Στην έκθεση ήταν σχεδόν αυτούσια τα Α3 από το Rene Tardi και μερικά αντικείμενα του πατέρα του τα οποία εμφανίζονται στο κόμικ και χρονολογούνται από την περίοδο του πολέμου και συγκεκριμένα της φυλάκισης του (π.χ. ο ξύλινος πελεκάνος που κατασκεύασε στο Stalag IIB και υπήρχε σε σταντ στην έκθεση). Χαρακτηριστικό του κόμικ είναι η ιδέα του Ταρντί να συμπεριλάβει στα καρέ των εμπειριών του πατέρα του τον ίδιο όταν ήταν παιδί, σαν να ήταν εκεί όταν τα ζούσε. Πρακτικά σπάει τον τέταρτο τοίχο γιατί βάζει τον εαυτό του να πετάει διάφορα δηκτικά σχόλια στον πατέρα του και να συνδέει το μικρό Ζακ με τον αναγνώστη. Νομίζω για όσους γουστάρουν war literature αξίζει σίγουρα, παρά την - δικαιολογημένα - τσιμπημένη τιμή του.
  3. Ο Jacques Tardi δημιούργησε το Goddamn this War! (Putain de Guerre! γαλλιστί) για τα θύματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή η προσήλωσή του με το θέμα αυτό (θυμίζω το αριστουργηματικό It was the War of the Trenches), προέρχεται από την ιστορία της οικογένειάς του: και οι δύο παππούδες του πολέμησαν στον «πόλεμο που θα τελείωνε όλους τους πολέμους». Ο ένας σκοτώθηκε, ο άλλος επέστρεψε σπίτι του, αλλά ποτέ δεν μιλούσε για τη φρίκη που έζησε. Το Goddamn this War! δεν είναι ένα αμιγές κόμικ. Το 30% περίπου αποτελείται από σχετικά ντοκουμέντα και μια αναδρομή του ιστορικού Jean-Pierre Verney. Όταν άρχισε να εκδίδεται το 2008 από την Casterman, έβγαινε ανά κεφάλαιο σε μέγεθος εικοσασέλιδης εφημερίδας. Κάθε τεύχος κάλυπτε έναν χρόνο του πολέμου και συνοδευόταν από τα κείμενα του Verney. Η αγγλόφωνη συγκεντρωτική έκδοση, της Fantagraphics φυσικά, είναι λογικά παρόμοια με την αντίστοιχη γαλλική και συμπεριλαμβάνει τα του Verney στο τέλος. Ως προς την μορφή δεν μοιάζει με το It was the War of the Trenches, παρά την ταύτιση του αντιπολεμικού μηνύματος. Μόνο αφήγηση υπάρχει, οι διάλογοι απουσιάζουν παντελώς. Κάθε καρέ είναι μια μεμονωμένη «ιστορία» και η εναλλαγή μεταξύ των καρέ ακολουθεί ως επί το πλείστον τη μετάβαση σκηνή-προς-σκηνή που θα 'λεγε κι ο Scott McCloud. Υπό αυτή την έννοια, μοιάζει περισσότερο με ντοκιμαντέρ, παρότι νομίζω ότι κάποιες «ιστορίες» είναι βγαλμένες από το μυαλό του Tardi. Όπως κι αν έχει, βασικός σκοπός του δημιουργού είναι να μας περάσει τον τρόμο που διάβρωνε λεπτό το λεπτό τους στρατιώτες των χαρακωμάτων. Και τα καταφέρνει. Χωρίς διακρίσεις. Στα μάτια του Tardi, οι Γάλλοι υπέφεραν το ίδιο με τους Γερμανούς, τους Άγγλους και τους Σκωτσέζους, έρμαια στα χέρια μοναρχών, πολιτικών και κεφαλαιοκρατών που από την θαλπωρή των γραφείων τους κραύγαζαν υπέρ της συνέχισης του πολέμου. Σε χειρότερη μοίρα ίσως να βρίσκονταν μόνο οι Σενεγαλέζοι, οι Ινδοί και οι άλλοι λαοί που μάτωναν για τα συμφέροντα των λευκών τους αφεντικών. Εικαστικά, πρόκειται για έναν ώριμο Tardi, με βρώμικες και αδρές γραμμές. Η πρώτη σελίδα είναι πολύχρωμη. Ο πόλεμος βρίσκεται στην αρχή του, οι Γάλλοι πεζικάριοι με τις γελοία πολύχρωμες στολές τους πορεύονται σε καταπράσινα λιβάδια, ενώ οι Γερμανοί τυφεκιοφόροι παρελαύνουν όλο αυτοπεποίθηση στις λεωφόρους του Βερολίνου. Όσο γυρνάνε οι σελίδες και μαζί τους περνάνε οι μήνες, τα ζωηρά χρώματα δίνουν την θέση τους σε μουντούς τόνους που σπάνε μόνο από το κόκκινο των εκρήξεων και του αίματος. Στο τέλος του βιβλίου, το χρώμα της ειρήνης δεν επανέρχεται πλήρως. Γιατί παρά τα παράσημα και τις ιαχές της νίκης, περισσότεροι από 22 εκατομμύρια στρατιώτες έμειναν ακρωτηριασμένοι, τυφλοί, με εκτεταμένα εγκαύματα ή μόνιμα ψυχολογικά προβλήματα.
  4. Μπέρμπον, βαρβιτουρικά, μελαγχολία και τζαζ Tardi / Άγρα Καρέ του Ταρντί από τη μεταφορά σε κόμικς του μυθιστορήματος του Μανσέτ, Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής. Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής. Mυθιστόρημα, μετάφραση από τα γαλλικά: Θοδωρής Τσαπακίδης, Άγρα, Αθήνα 2001, 2019, 208 σελ. Ζακ Ταρντί, Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής. Κόμικς, μετάφραση από τα γαλλικά: Θοδωρής Τσαπακίδης, λέτερινγκ: Παυλίνα Καλλίδου, Άγρα/Βαβέλ 2006, Άγρα, Αθήνα 2021, 78 σελ. Ο Ζακ-Πατρίκ Μανσέτ είναι ένας σημαντικός γάλλος αφηγητής αστυνομικών ιστοριών, με κοινωνικό βάθος. Ο Ζακ Ταρντί είναι ένας σημαντικός αφηγητής ιστοριών με εικόνες που στον Μανσέτ βρίσκει τους ιδανικούς μύθους για να φτιάξει ατμοσφαιρικά νουάρ αφηγήματα που εκτυλίσσονται στο αγαπημένο του Παρίσι, Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής είναι ένα καθηλωτικό αστυνομικό μυθιστόρημα που έγινε εξίσου καθηλωτικό κόμικς. Ο Ζωρζ Ζερφώ είναι κακός σύζυγος, ακόμα χειρότερος πατέρας, μηχανικός σε μια εταιρεία κατασκευής ηλεκτρικών συσκευών. Δεν έχει κλείσει τα σαράντα, στα νιάτα του συμμετείχε σε αριστερές επαναστατικές οργανώσεις και, τώρα, τον βλέπουμε να τρέχει με το αμάξι του –μια Πορτ ντ’ Ιβρύ– στον εξωτερικό περιφερειακό του Παρισιού. Είναι δύο και μισή το πρωί, μπορεί να ’ναι και τρεις και τέταρτο και ο Ζερφώ έχει πιει τέσσερα μπέρμπον 4 Roses ανακατεύοντάς τα με δύο χάπια ισχυρού βαρβιτουρικού. Αυτός ο συνδυασμός δεν τον νύσταξε, αντίθετα του προκάλεσε «μια τεταμένη ευφορία που κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να μετατραπεί σε οργή ή σε ένα είδος μελαγχολίας, σχεδόν τσεχοφικής»: Στο μυαλό του Ζωρζ Ζερφώ υπάρχει σκοτάδι και σύγχυση ασαφώς μπορούμε να διακρίνουμε κάποιες αριστερές ιδέες. Η μυθολογία του νουάρ 145 χιλιόμετρα την ώρα σε έναν περιφερειακό μέσα σε μια γκρι Μερσεντές, μπέρμπον, βαρβιτουρικά, μελαγχολία και τζαζ μουσική σε στυλ Δυτικής Ακτής των ΗΠΑ, δηλαδή Τζέρυ Μάλιγκαν και Τσίκο Χάμιλτον, κυρίως. Έτσι ξεκινά το αριστουργηματικό αστυνομικό μυθιστόρημα Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, αυτού του «μάστορα» του neo-polar (όπως αποκαλείται το νέο γαλλικό αστυνομικό μυθιστόρημα) που εισήγαγε το στοιχείο της πολιτικής και τους εξωκοινοβουλευτικούς προβληματισμούς του Μάη του 1968 στο είδος. Ο Ζωρζ Ζερφώ, όμως, θα βγει κάπως βίαια από την ανιαρή και –σχεδόν– ανούσια ζωή του, όταν θα πάει στο νοσοκομείο έναν άνθρωπο, που ο Ζερφώ πιστεύει πως είναι θύμα αυτοκινητιστικού ατυχήματος. Τελικά ο άνθρωπος αυτός καταλήγει στο νοσοκομείο, που τον άφησε ο Ζερφώ χωρίς να ασχοληθεί περαιτέρω, από τις σφαίρες που δέχτηκε στα πλευρά. Ο ηθικός αυτουργός του φόνου του, ο Αλόνσο Εδουάρδο Ρανταμές Φιλίπ Έμερυχ Υ Έμερυχ, ένας αξιωματικός του Δομινικανού Στρατού, πολύ πλούσιος, με μίζερη ζωή, μαθαίνει από τα τσιράκια του, τον Μπαστιάν και τον Κάρλο, για τον Ζερφώ και, φοβούμενος μήπως το θύμα τού είπε κάτι στο δρόμο προς το νοσοκομείο, βάζει τα τσιράκια να τον σκοτώσουν. Ο Μπαστιάν και ο Κάρλο, τα τσιράκια του Αλόνσο, δύο τύποι με περιορισμένο λεξιλόγιο, βαρύ οπλισμό και μια αταίριαστη και καθόλου διακριτική Λάντσια Μπέτα Μπερλίν 1800, πιθανώς εραστές, αποπειρώνται δύο φορές να σκοτώσουν τον Ζερφώ. Τη μία κατά τη διάρκεια των διακοπών του, την άλλη στο Παρίσι, όπου επέστρεψε εσπευσμένα μετά την πρώτη απόπειρα εναντίον του χωρίς να ειδοποιήσει τη σύζυγό του. Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής, δημοσιεύτηκε στη Γαλλία πριν από περίπου πενήντα χρόνια. Ατμοσφαιρικό, γεμάτο αναφορές στην τζαζ μουσική της Δυτικής Ακτής των Ηνωμένων Πολιτειών, με πλούσιες περιγραφές και σκηνικές αποτυπώσεις που μένουν αξέχαστες, δεν θεωρείται τυχαία ένα από τα καλύτερα και πιο χαρακτηριστικά μυθιστορήματα του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί έναν παντογνώστη αφηγητή, ο οποίος παρέχοντας πολλή πληροφορία στον αναγνώστη άλλοτε υποστηρίζει και άλλοτε υπονομεύει τη δράση. Το αποτέλεσμα είναι ιδιοφυές, καθώς συνεπαίρνει τον αναγνώστη με τη γλαφυρότητα των αφηγήσεων, χωρίς όμως, ποτέ, να τον κουράζει με την ποσότητα της πληροφορίας. Ο Μανσέτ μεταφέρει όλες τις επιρροές και την αγάπη του για πράγματα της καθημερινότητας στην αφήγησή του. Ποτά, τσιγάρο, τζαζ της Δυτικής Ακτής, αυτοκίνητα, κινηματογράφος και κόμικς είναι κάποια από τα πράγματα που αγαπά και ψήγματα των προσωπικών του επιλογών και προτιμήσεων γι’ αυτά μεταφέρει στη γραφή του. Τα βιβλία του Μανσέτ διακρίνονται για το πολύ ψυχρό ύφος τους με την ακραία βία να αναμειγνύεται με καυστικά κοινωνικά και πολιτικά σχόλια. Το ενδιαφέρον του για την πολιτική, και κυρίως για ό,τι θεωρούσε παγίδες και διαβρωτικά στοιχεία του καπιταλισμού, έρχεται μέσα από δυνατές και ξεκάθαρες αναφορές. Γράφει, π.χ., ότι ο Αλόνσο Έμερυχ Υ Έμερυχ είχε επάγγελμά του τον πόλεμο. Τι πόλεμος όμως είναι αυτός αφού ο Δομινικανός Στρατός, στον οποίο και ο Αλόνσο υπηρέτησε, ήταν κάπως απίθανο να εμπλακεί σε εμπόλεμη κατάσταση μιας και ο Άγιος Δομίνικος διαχωριζόταν απ’ όλες τις χώρες –πλην της Αϊτής– από απέραντη θάλασσα; Λάθος, κάθε στρατιώτης συμετέχει στον λεγόμενο «κοινωνικό πόλεμο» φροντίζοντας να εξουδετερώνει τους εκάστοτε ταξικούς εχθρούς. Σε άλλα σημεία, μας δίνει στοιχεία για το αριστερό παρελθόν του ήρωά του, του Ζωρζ Ζερφώ, ενώ στην καλύβα του δεκανέα Ραγκύς βλέπουμε ένα πορτρέτο του Στάλιν. Το «μάθημα» του Μανσέτ ή, καλύτερα, το αφηγηματικό κίνητρό του, είναι πως το κυνήγι του χρήματος και της εξουσίας φθείρουν και, σε συνδυασμό με συγκεκριμένες ιδέες ή την αμοραλιστική πρόσληψη του κόσμου, οδηγούν τάχιστα στη βία. Ο Ζωρζ Ζερφώ, ο ήρωας του συγγραφέα, μαθαίνει ότι η βία μπορεί να τον περιμένει στα λιγότερο πιθανά μέρη: στη θάλασσα όσο κολυμπά, σ’ ένα πρατήριο καυσίμων και πάει λέγοντας. Η ίδια ιστορία με εικόνες Το 2005, η αστυνομική πλοκή του Μανσέτ ενέπνευσε τον Γάλλο αφηγητή κόμικς Ζακ Ταρντί, ο οποίος αποφάσισε να ξαναπεί την ιστορία με τα δικά του μέσα, με εικόνες και πρόζα. Είχε προηγηθεί το πρωτότυπο κόμικς Griffu (στα ελληνικά, στο περιοδικό Βαβέλ, τχ. 32-36), που δεν είχε βασιστεί σε προϋπάρχον έργο του Μανσέτ. Μετά τον θάνατό του όμως, ο Ταρντί μετέφερε σε κόμικς τρία μυθιστορήματα του Γάλλου αστυνομικού συγγραφέα. Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής (2005), την Πρηνή θέση του σκοπευτή (2010) και το μυθιστόρημα Ô dingos, ô châteaux (στα αγγλικά αποδόθηκε από την Fantagraphics ως Run Like Crazy, Run Like Hell, 2011). Το απολαυστικό με τις μεταφορές σε κόμικς του Ταρντί είναι πως, σεναριακά, ο Γάλλος αφηγητής εικονογραφημένων ιστοριών ακολουθεί πολύ πιστά το βιβλίο του Μανσέτ. Παραλείπει πολύ λίγα επεισόδια, που δεν είναι καίρια για τη ροή της αφήγησης, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί σχεδόν αυτούσιο το κείμενο του πρωτότυπου, πράγμα που τον βοηθά να δώσει στον αναγνώστη περισσότερα στοιχεία για την ψυχοσύνθεση των ηρώων: από την εξοντωτική πληροφορία για την μουσική και τα ποτά που καταναλώνουν, μέχρι το τι βρίσκεται στο κεφάλι τους. Ο Ταρντί επιλέγει τα πιο σωστά κομμάτια για να μας δείξει την ψυχοσύνθεση του Ζερφώ, ενός βολεμένου μικροαστού που, μπλέκοντας σε μια αδιανόητη για τα μέτρα του περιπέτεια, θα γοητευτεί από το περιθώριο και την αναστάτωση αυτή, δεν θα ειδοποιήσει την αστυνομία, αλλά απεναντίας θα αρπάξει την ευκαιρία και θα λερώσει τα χέρια του με αίμα, θα γίνει αγρίμι και κατόπιν θα γυρίσει στην πρότερη νωθρή και βολεμένη κατάσταση. Εξίσου εντυπωσιακό είναι το πώς οι ασπρόμαυρες και παγωμένες παρακείμενες εικόνες, σε εσκεμμένη διαδοχή που υπάρχουν στα καρέ, διασώζουν με τρόπο μοναδικό την κίνηση και την ένταση του μυθιστορήματος και της αφήγησης του πρωτότυπου. Ζοφερές μα συνάμα αστείες (όπως πρέπει) μοιάζουν να ξεπηδούν από κάποιο ιδιότυπο αμερικανικό φιλμ νουάρ της δεκαετίας του 1950, όπως Ο άρχων του κακού (1958) του Όρσον Γουέλς, όπου το είδος παύει να επικεντρώνεται στο μυστήριο, όσο στην ακραία ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων. Χωρίς αυτό να σημαίνει, όμως, πως ενσωματώνει και τα κλισέ ενός αμερικανικού αστυνομικού έργου. Δεν βλέπουμε δηλαδή πυροβολισμούς ατμοσφαιρικά σκηνοθετημένους κάτω από τα μουντά φώτα ενός δρόμου. Όχι. Τίποτα δεν είναι όμορφο και ρομαντικό στην τέχνη του Ταρντί. Ο κομίστας συνδυάζει λεπτομερείς απεικονίσεις των περιβαλλόντων χώρων με τις καρτουνίστικες φιγούρες των ηρώων. Καρτουνίστικες μέχρι να εκραγούν βίαια μπροστά στα μάτια μας. Ο Ταρντί είναι ικανότατος στη φθαρμένη και “γρατζουνισμένη” απεικόνιση ανθρώπων που πίνουν, καπνίζουν, κάνουν έρωτα, οδηγούν μεθυσμένοι κ.ο.κ. Και το βιβλίο του Μανσέτ είναι γεμάτο από τέτοιες σκηνές. Πολύ ώριμος σχεδιαστικά, όταν έφτιαξε το συγκεκριμένο κόμικς, καθηλώνει στην απόδοση του σκοτεινού κλίματος του δάσους αλλά και στην ελαστικότητα των κινήσεων στις σκηνές δράσης. Η μετάφραση του Θοδωρή Τσαπακίδη τόσο στο μυθιστόρημα, όσο και στο κόμικς είναι καλή και πιστή στο πρωτότυπο, ωστόσο το βιβλίο έχει ελλείψεις. Είναι αναγκαίες οι υποσημειώσεις για πράγματα που το ελληνικό κοινό δεν είναι αναγκασμένο να γνωρίζει, όπως η αναφορά στο σταθμό του Μετρό στη Σαρόν. Ο συγγραφέας αναφέρεται στη Σφαγή του Παρισιού (1961) στον συγκεκριμένο σταθμό, όπου σκοτώθηκαν από σφαίρες αστυνομικών του καθεστώτος Βισύ δεκάδες αλγερινοί διαδηλωτές. Ο Ταρντί μεταφέρει άψογα το χιούμορ του Μανσέτ παρουσιάζοντας συγχρόνως το πλήρως απο-ρομαντικοποιημένο βλέμμα του πάνω στο έγκλημα. Δεν υπάρχουν κομψά διαμερίσματα ή ντιζαϊνάτοι εσωτερικοί χώροι, οι εγκληματίες φαντάζουν ανόητοι, όπως και οι πρωταγωνιστές. Τίποτα δεν είναι όμορφο και ωραίο. Τίποτα δεν είναι «τακτοποιημένο». Η ζωή είναι βαρετή. Είναι ίσως η πιο ωραία και πετυχημένη διασκευή μυθιστορήματος σε κόμικς που μπορείτε να διαβάσετε. Πηγή
  5. Πρωτότυπος τίτλος: Le petit bleu de la côte ouest (Les Humanoïdes associés, 2005) Λίγη ιστορία πρώτα: ο Ζακ Ταρντί είχε συνεργαστεί με το Μανσέτ το 1978 σε ένα κόμικ με τον τίτλο "Griffu", το οποίο ήταν πρωτογενές υλικό, δεν βασιζόταν δηλαδή σε προϋπάρχον μυθιστόρημα του Μανσέτ. Το κόμικ το διαβάσαμε στα τεύχη 32-36 του περιοδικού "Βαβέλ", αλλά δυστυχώς δεν το είδαμε ποτέ αυτόνομο σε μορφή άλμπουμ στα ελληνικά. Αρκετά μετά τον πρόωρο θάνατο του Μανσέτ (το 1995), ο Ταρντί αποφάσισε να μεταφέρει τρία μυθιστορήματα του Μανσέτ σε μορφή κόμικ, αυτό εδώ (το 2005), την "Πρηνή Θέση του Σκοπευτή" (το 2010) και το "Ô dingos, ô châteaux!" (αγγλικός τίτλος: "Run Like Crazy, Run Like Hell", που δεν νομίζω ότι έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά σε οποιαδήποτε μορφή) (το 2011). Σεναριακά, ο Ταρντί ακολουθεί πολύ πιστά το βιβλίο, παραλείποντας ελάχιστα επεισόδια και χρησιμοποιώντας σχεδόν αυτολεξεί την αφήγηση του Μανσέτ, κρατώντας ακόμη και σημεία, που φαινομενικά δεν χρειάζονται για την υπόθεση, αλλά δείχνουν την ψυχοσύνθεση των πρωταγωνιστών, όπως για παράδειγμα την εξαντλητική περιγραφή των όπλων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να "φορτώνει" σε κάποιες στιγμές το κόμικ με αφήγηση, αλλά από την άλλη, αυτά τα κομμάτια είναι απαραίτητα, επειδή το κόμικ δεν στηρίζεται παρά ελάχιστα στο διάλογο και καθόλου στον εσωτερικό μονόλογο. Με αυτόν τον τρόπο, κρατά ατόφια την προβληματική του Μανσέτ και δεν προδίδει το ύφος του. Ο Μανσέτ και ο Ταρντί ξεκινούν το βιβλίο από το τέλος και ουσιαστικά μας αποκαλύπτουν την έκβαση της ιστορίας. Το γιατί όμως, θα μείνει για πάντα ασαφές: όσα συμβαίνουν, συμβαίνουν εξαιτίας της τύχης, τίποτα δεν έχει προσχεδιαστεί, ο πρωταγωνιστής Ζωρζ Ζερφώ βρίσκεται μπλεγμένος σε έναν κυκεώνα, που απειλεί την ίδια του την ύπαρξη, χωρίς να το θέλει και χωρίς να το καταλαβαίνει. Μπλέκει σε μια υπόθεση, που τον ξεπερνά, χωρίς να καταλαβαίνει γιατί, αντιδρά σπασμωδικά, αλλά επιτυχώς, χάρη στην τύχη του και μόνο και αποδέχεται τη μοίρα του, προκειμένου να επιβιώσει και μόνο στο τέλος αποφασίζει να δράσει πραγματικά. Κατά τη διάρκεια όλων αυτών, ο Ζερφώ θα απολέσει τη μικροαστική του ταυτότητα του μεσαίου στελέχους και του βαριεστημένου οικογενειάρχη, θα γίνει απόκληρος, παρίας, θήραμα και εν τέλει κυνηγός, αλλά στο τέλος θα επιστρέψει στη μικροαστική του φωλιά, έστω και με τα χέρια βαμμένα με αίμα. Προκειμένου να επιζήσει, ο Ζερφώ θα αναγκαστεί να απεκδυθεί την ταυτότητά του και να γίνει ένας άλλος, αρχικά ένας ανώνυμος και στη συνέχεια να υιοθετήσει ένα ψευδώνυμο, κινήσεις που συμβολίζουν τη μεταμόρφωσή του. Ταυτόχρονα, η μεταμόρφωση αυτή συντελείται και μέσω της χωρικής μετατόπισης της δράσης: ο Ζερφώ ξεκινάει από το Παρίσι και τα τουριστικά θέρετρα, για να καταλήξει μέσα στο δάσος, μακριά από τους ανθρώπους, για να ακολουθήσει στη συνέχεια την αντίστροφη διαδρομή. Το πιο εντυπωσιακό όμως σε όλα αυτά, είναι η ευκολία με την οποία ο πρωταγωνιστής πράττει, όσα πράττει. Από την αρχή μαθαίνουμε, ότι είναι ένας μάλλον άχρωμος και βολεμένος μικροαστός ("στο μυαλό του υπάρχουν κάποιες ασαφείς αριστερές ιδέες", όπως γράφει στις πρώτες σελίδες ο Μανσέτ) και ότι δεν είναι ικανοποιημένος με τη συζυγική του ζωή, ούτε ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη δουλειά του. Ίσως για αυτό το λόγο, θα υιοθετήσει χωρίς καμία δυσκολία την ταυτότητα του πληγωμένου ζώου και θα βυθιστεί στην παρανομία, αντί να απευθυνθεί στην αστυνομία, επειδή κατ'ουσίαν διψάει για κάτι άλλο: όπως όλοι οι ανικανοποίητοι και καταπιεσμένοι μικροαστοί, έτσι και ο Ζερφώ, ψάχνει μια ευκαιρία, μια αφορμή, για να επιστρέψει σε μια πρωτόγονη κατάσταση, στην οποία δεν θα υπόκειται σε κανένα περιορισμό. Για αυτό το λόγο, οι αντιδράσεις του είναι τυχαίες, χωρίς σχέδιο, επειδή αντιδρά ενστικτωδώς, σαν ζώο που παλεύει για την επιβίωσή του και φαίνεται μάλιστα από ένα σημείο και μετά να το απολαμβάνει. Αν στο τέλος του βιβλίου είχε απαρνηθεί τη μικροαστική ταυτότητά του, θα ήταν ο απόλυτος επαναστάτης, η επιστροφή του όμως στην τακτοποιημένη ζωή του, τον καθιστά εν δυνάμει επικίνδυνο, αφού πλέον, σαν ένα αρπακτικό, έχει γευτεί το αίμα και φαίνεται να το απολαμβάνει. Σχεδιαστικά, ο Ταρντί, που ήταν 59 ετών, όταν δημοσίευσε το κόμικ και ήδη καταξιωμένος και πολύ διάσημος, έχει φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα σχεδιαστικής ωριμότητας και εικονογραφεί εξαιρετικά το βιβλίο. Οι πρωταγωνιστές έχουν ένα κουρασμένο, νυσταγμένο, νωθρό βλέμμα, σε απόλυτη αντιστοιχία με την παθητικότητα, που τους διακρίνει στο βιβλίο του Μανσέτ, οι σκηνές δράσης είναι καθηλωτικές και η λεπτομέρεια του Ταρντί αποστομωτική σε ορισμένα σημεία, όπως στην απεικόνιση του δάσους, που φαντάζει πολύ απειλητικό, οι νυχτερινές σκηνές είναι εξαιρετικά σχεδιασμένες και οι σκηνές βίας πραγματικά ανατριχιαστικές, αλλά το κυριότερο είναι η σκηνοθεσία του Ταρντί, που συλλαμβάνει όλη την ουσία του μυθιστορήματος του Μανσέτ, χωρίς να προδώσει τίποτα κατά τη μεταφορά του σε κόμικς. Το κόμικ κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2006, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα από την έκδοσή του στη Γαλλία. Η έκδοση ήταν συνεργασία της Άγρας και της Βαβέλ και είναι πραγματικά πολύ ωραία, σκληρόδετη, με ωραίο, ιλουστρασιόν χαρτί. Περιέχει μια σύντομη εισαγωγή για το κόμικ από το Γάλλο κριτικό François Guérif, που υπήρχε και στην πρωτότυπη έκδοση και τίποτα άλλο. Στα αγγλικά κυκλοφόρησε με τον τίτλο "West Coast Blues" από τη Fantagraphics to 2009 και ξανά το 2020 από τηνίδια εταιρεία στον τόμο"Streets of Paris, Streets of Murder: The Complete Noir Stories of Manchette & Tardi Vol. 1" μαζί με το "Griffu". Η μετάφραση είναι η ίδια του βιβλίου, από το Θοδωρή Τσαπακίδη, και είναι καλή, πιστεύω όμως, ότι υπάρχει όμως μεγάλο πρόβλημα με την επιμέλεια του κειμένου, επειδή δεν εξηγούνται πολλά πράγματα, που χρειάζονται εξήγηση για το ελληνικό κοινό. Είναι, κατά τη γνώμη μου, απαράδεκτο, να διαβάζεις πχ στη σελίδα 25 του κόμικ για το σταθμό του Μετρό στη Σαρόν και για ανθρώπους που βγήκαν ζωντανοί από εκεί και ότι ένας από αυτούς πήγε και πλάκωσε έναν αστυνομικό και να μην υπάρχει μια υποσημείωση, σχετικά με το τι συνέβη (σε περίπτωση που αναρωτιέστε, να τι έγινε). Δυστυχώς, το ελληνικό κόμικ είναι προ πολλού εξαντλημένο. Να σημειώσω με την ευκαιρία (ίσως να το έχω γράψει και σε άλλο σημείο του φόρουμ, ειλικρινά δεν θυμάμαι), ότι και ο ίδιος ο Μανσέτ ήταν λάτρης των κόμικς και μετέφρασε στα γαλλικά το "Watchmen" του Άλαν Μουρ και μάλιστα η μετάφρασή του κυκλοφορεί ακόμη στη Γαλλία. Όλα τα σκαναρίσματα έγιναν από εμένα Πηγές για περαιτέρω μελέτη: comicdom.gr Μια εξαιρετικά εμβριθής ανάλυση για το βιβλίο
  6. Η Πρηνής Θέση του Σκοπευτή (γαλλικά: La Position du tireur couché) είναι η τρίτη κατά σειρά μεταφορά βιβλίου του Jean-Patrick Manchette από τον Jacques Tardi. Το πρωτότυπο έργο δημοσιεύτηκε σε συνέχειες μεταξύ 1980 και 1981 στο Hara-Kiri (στα ελληνικά κυκλοφορεί, φυσικά, από την Άγρα) και αποτελεί το τελευταίο ολοκληρωμένο μυθιστόρημα του Manchette. Ο Tardi το μετέγραψε στη μορφή κόμικς μόλις το 2010, όταν και κυκλοφόρησε από την Futuropolis. Το 2018, η Σανγκάη μας εξέπληξε τυπώνοντας μια καλαίσθητη έκδοση, η οποία ωστόσο χρησιμοποιεί την αγγλική μετάφραση από την (σκληρόδετη) έκδοση της Fantagraphics (2011). Το κόμικ της Σανγκάης είναι πραγματικά υπέροχο στην αφή. Μεγάλο μέγεθος, σαγρέ εξώφυλλο, ωραία σελιδοποίηση. Ανοίγοντάς το, πέφτουμε πάνω σε τρία εισαγωγικά κείμενα: ένα για τον Tardi και την καριέρα του, ένα για το έργο και την ιδεολογία του Manchette κι ένα που αναλύει το κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο του μυθιστορήματος. Παρά τις κατά τόπους δυσνόητες φράσεις, πρόκειται για τρία πραγματικά πολύ ενδιαφέροντα κείμενα, ιδιαίτερα το δεύτερο, το οποίο δίνει την δυνατότητα στον αναγνώστη να διαβάσει το κόμικ με άλλο μάτι. Γυρίζουμε σελίδα... ... και βρισκόμαστε στο Worcester της Αγγλίας, ένα κρύο χειμωνιάτικο βράδυ. Ο άντρας που κάποιοι αποκαλούν Μαρτέν Τεριέ και κάποιοι άλλοι Κριστιάν βγάζει το χέρι του από το παράθυρο του βαν του και τινάζει τα μυαλά κάποιου κύριου Ντουμπόφκσι. Ύστερα, βγαίνει από το όχημα και πυροβολεί εξ επαφής την γυναίκα που τον συνοδεύει. Μπαίνει στο αμάξι, οδηγεί μέχρι το Λονδίνο, μπαίνει στο αεροπλάνο και επιστρέφει στο Παρίσι. Αυτές είναι οι πρώτες σκηνές του κόμικ. Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ένας πληρωμένος δολοφόνος με διεθνή δράση. Εργάζεται για την Εταιρεία, έναν σκοτεινό πολυεθνικό οργανισμό, όχι και τόσο επίσημο, με άκρες από τις παριζιάνικες εφημερίδες μέχρι την UNESCO. Μετά από αυτήν την δουλειά, ο Τεριέ αποφασίζει ότι ήρθε πλέον η ώρα να αποσυρθεί. Αυτό, ωστόσο, όπως ίσως ξέρει κάθε αναγνώστης με μια ελάχιστη επαφή με το νουάρ, είναι πάντοτε ένα όνειρο απατηλό. Κατά την γνώμη μου Η Πρηνής Θέση του Σκοπευτή είναι ένα κόμικ με αρκετά σκαμπανεβάσματα. Αν και δεν έχω διαβάσει το πρωτότυπο έργο, γνωρίζω ότι η γραφή του Manchette είναι εξαιρετικά λιτή, με αποτέλεσμα τα βιβλία του να είναι πολύ ευκολοδιάβαστα. Το ίδιο ισχύει και για την μεταφορά, θεωρώ τον Tardi πραγματικό τεχνίτη της αφήγησης, μόνο που σε μερικά σημεία η ροή είναι υπερβολικά γρήγορη, με αποτέλεσμα να χάνεται η απαιτούμενη «βαρύτητα». Σεναριακά, στο κομμάτι του Manchette δηλαδή, υπάρχουν σκηνές και διάλογοι που δεν μου κάθονται τόσο καλά. Φταίει και η μετάφραση μέσω των αγγλικών, που ποτέ δεν είναι καλή ιδέα, αλλά έχοντας διαβάσει τις άλλες μεταφορές, δεν μπορώ να επιρρίψω όλες τις ευθύνες στον/ην μεταφραστή/ρια. Ο Jean-Patrick Manchette Αυτό που μου άρεσε περισσότερο απ' όλα είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Manchette επιχειρεί να σχολιάσει την κοινωνία της εποχής του. Υποτίθεται ότι ο Τεριέ κινείται στον υπόκοσμο, αλλά γίνεται ξεκάθαρο ότι στην εποχή του και κατ' επέκταση σήμερα, δεν υπάρχουν στεγανά όρια ανάμεσα στον υπόκοσμο και τον «επάνω κόσμο». Είναι δε εκπληκτική η ακρίβεια με την οποία ο Manchette προβλέπει το μέλλον. Ο αέρας της ανανέωσης που έπνευσε στις δεκαετίες του '60 και '70 κοπάζει. Και παρότι το βιβλίο δημοσιεύεται στο μεταίχμιο, ο συγγραφέας του πέφτει μέσα, αφού από την δεκαετία του '80 ξεκινάει η ολοκληρωτική κυριαρχία των μεγάλων εταιρειών-κολοσσών που βλέπουμε ακόμη εντονότερα τα τελευταία χρόνια. Σχεδιαστικά δεν μπορώ να πω πολλά. Το 2010 ο Tardi είχε προ πολλού φτάσει στον κολοφώνα του (στον οποίο διατηρείται λίγο-πολύ έως σήμερα!). Στις σελίδες αυτού του κόμικ υπάρχουν μερικά από τα καλύτερά του καρέ. Μπορεί το στιλ του Tardi να έχει αποκρυσταλλωθεί εδώ και δεκαετίες και να μην αλλάζει, άρα να μην εκπλήσσει, αλλά πάντοτε είναι όμορφο στο μάτι. Ίσως Η Πρηνής Θέση του Σκοπευτή είναι ένα ανάγνωσμα για τους φαν του Tardi (και του Manchette). Όχι ότι δεν μπορεί να το απολαύσει ένας «αμύητος», αλλά θα πρότεινα άλλα κόμικς για την γνωριμία. Επισήμως, το κόμικ είναι εξαντλημένο, αν και δεν πιστεύω ότι θα είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί κάποιο αντίτυπο.
  7. Ο Νέστορας Μπούρμα είναι το polar "παιδί" του Γάλλου σουρεαλιστή συγγραφέα Leo Malet. Πολλά νουάρ μυθιστορήματα στην σειρά "Les Nouveaux Mystères de Paris" με πρωταγωνιστή τον κυνικό πρώην-αναρχικό ιδιωτικό ντετέκτιβ, φιγούρα που υποθέτω φώναξε από μακριά τον γάλλο δημιουργό κόμικς και θρύλο της ευρωπαϊκής σκηνής κόμικς, Jacques Tardi. Αποτέλεσμα, με αρχή το παρόν (πρώτη έκδοση από την Casterman το 1982 με τίτλο "Brouillard au pont de Tolbiac") να εκδοθούν 5 προσαρμογές βιβλίων του Μαλέ από τον Ταρντί σε διάστημα 18 ετών με τελευταίο το "M'as-tu vu en cadavre?" (εδώ λίστα με τα υπόλοιπα adaptations). Η ιστορία ξεκινά με τον Μπούρμα να δέχεται ένα περίεργο σημείωμα από τον παλιό του φίλο και έτερο αναρχικό Αλμπέρ Λεναντέ, ο οποίος μετά από επίθεση με μαχαίρι νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο. Όταν ο ντετέκτιβ τον επισκέπτεται ο δεύτερος έχει ήδη πεθάνει και προσπαθεί μέσα σε ένα βροχερό Παρίσι και με μοναδική βοήθεια μια μυστηριώδη και γοητευτική τσιγγάνα, την Μπελίτα Μοράλες, προσπαθεί να λύσει την υπόθεση. Ο τρόπος του Ταρντί να αφηγείται είναι ιδιαίτερος και μοναδικός, το σχέδιο του από αυτά που είτε γουστάρεις κάργα είτε σε αφήνουν αδιάφορο. Όντας στην πρώτη κατηγορία, ευχαριστήθηκα πολύ διαβάζοντας μια μεταφορά βιβλίου από το είδος που γουστάρω φουλ να διαβάζω, από έναν αγαπημένο μου δημιουργό κόμικς. Αφενός θέλω να διαβάσω κάποια στιγμή Μαλέ (και γενικότερα περισσότερο γαλλικό νουάρ από τα λίγα που έχω ήδη), αφετέρου θα ήθελα πολύ να δω κάποιο από τα υπόλοιπα 4 της σειράς - ή και όλα - να εκδίδονται στα αγγλικά. Η ατμόσφαιρα του κόμικ είναι σχολείο για όποιον αναρωτιέται πως είναι το noir στην ένατη τέχνη, ο Ταρντί είναι αξεπέραστος σε μια ιστορία που είναι καλή μεν αλλά έχει ένα ταβάνι που δύσκολα θα ξεπερνιόταν με άλλο σχεδιαστή. Διάβασα το κόμικ από την αγγλική έκδοση της Fantagraphics (με την ανάλογη ποιότητα και extras) ενώ έχω και την ελληνική που βγήκε το 1986 από την Βαβέλ Noir.
  8. Γαλλία, αρχές 20ου αιώνα. Ο Arthur Même, ή όπως είναι στην αγγλική έκδοση Arthur There, είναι ο τελευταίος απόγονος μιας ξεπεσμένης αριστοκρατικής γαλλικής οικογένειας. Πλέον μισότρελος, είναι υπεύθυνος των τειχών και των πυλών ενός τεράστιου κτήματος που ανήκει σε 5-6 οικογένειες. Η τραγική ειρωνεία; Η τεράστια αυτή έκταση με ότι υποστατικά περιέχει άνηκε μέχρι πρότινος στον πατέρα του αλλά με δόλια μέσα, λιγδερούς δικηγόρους και πουλημένη δικαιοσύνη πέρασε στα χέρια των τωρινών του αφεντικών. Παρόλα αυτά προσπαθεί μέσω των δικών του ανίκανων δικηγόρων να πάρει την περιουσία του πίσω και να σταματήσει να ζει στην φτώχεια ανοίγοντας και κλείνοντας τις πόρτες παίρνοντας φραγκοδίφραγκα ως διόδια. Όλα θα αλλάξουν όταν ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, βλέποντας την επικείμενη πτώση στις εκλογές, ξαφνικά αποκτά έντονο ενδιαφέρον για το κτήμα του Mornemont όπου δουλεύει ο Arthur, έχοντας ανακαλύψει ένα χαρτί του 1784 που φέρει την βασιλική σφραγίδα και το κηρύσσει ως ανεξάρτητο κράτος μέσα στην καρδιά της γαλλικής επαρχίας. Στο επίκεντρο όλων, η νεαρή Julie, κόρη του αρχηγού της μίας από τις 5 οικογένειες και κρυφός πόθος του Arthur. Το 1979 ο Forest με τον Tardi "σοκάρουν" την γαλλική σκηνή με αυτό το υπερσουρεαλιστικό σατιρικό κόμικ που ήταν από τα πρώτα που έφεραν τον τίτλο graphic novel και άτυπα θεωρείται ότι εισήγαγε το ευρωπαϊκό κόμικ στην Graphic Novel Era. Υπό την έκδοση της casterman, το ασπρόμαυρο άλμπουμ των 170 σελίδων αποτελεί από τις χαρακτηριστικότερες προσαρμογές του Tardi και το σκίτσαρε την ίδια περίοδο που έκανε το Griffu με τον Manchette και το 4ο τεύχος της Adele Blanc-Sec. Σχεδιαστικά ήταν σε πολύ καλό επίπεδο σε εκείνη τη φάση, αν και το όλο περιβάλλον του You are There δεν είχε απαιτήσεις σε τοπία και με μόνο 4 κύριους χαρακτήρες δεν θύμισε έντονα το υπαρκτό πρόβλημα του Ταρντί σε διακριτά πρόσωπα. Μην περιμένετε βέβαια το σχεδιαστικό έπος του Le démon des glaces, αλλά κάτι ικανοποιητικά ατμοσφαιρικό και ζοφερό. Αν με ρωτήσει κανείς τι διαπραγματευόταν το σενάριο δεν έχω συγκεκριμένη απάντηση να δώσω. Η ιστορία από τις πρώτες δέκα σελίδες σου κάνει ξεκάθαρο ότι είναι υπερβολικά περίεργη και αλλοπρόσαλλη, χωρίς να φέρνει σε οτιδήποτε άλλο έχεις διαβάσει. Κάποιος θα έλεγε ότι αποτελεί κριτική του Forest στην πολιτική σκηνή των late '70s και την διαφθορά της που οδηγούσε σε σπασμωδικές κινήσεις, άλλος ότι κριτικάρει τον υλισμό του σύγχρονου ανθρώπου και το παθητικό του δέσιμο με την περιουσία του. Παρόλα αυτά στον επίλογο ο ίδιος γράφει πως ο πολιτικός σχολιασμός, η σχέση ανθρώπου και υλικών αγαθών, το σεξ, η ανηθικότητα που έχει στο κόμικ αποτελούν όργανα της πλοκής και όχι ο τελικός προορισμός της υπόθεσης, παραλείποντας το να μας πει ποιος ήταν αυτός. Ίσως το άφησε να αιωρείται εσκεμμένα, ίσως τον κυρίευσε η συγγραφική δειλία και το δέλεαρ του πάντα εύκολου και εύπεπτου ανοιχτού φινάλε. Σε κάθε περίπτωση, αξίζει 1+ αναγνώσεις. Η σκληρόδετη έκδοση της Fanta, ή μάλλον η επανέκδοση με το νέο εξώφυλλο που έχω παραπάνω, δεν χρειάζεται κανένα παίνεμα. Είναι άψογη όπως πάντα παρόλο τα 1-2 ορθογραφικά και με εθιστική μυρωδιά. ?
  9. Ακόμα αναρωτιέμαι πως μου ξέφυγε ετούτο το διαμαντάκι. Tardi, Marion Cotillard, δηλαδή δύο εκ των μεγαλύτερων συμπαθειών μου από τη χώρα του κρασιού και του τυριού.Η ταινία, όπως θα έχουν διαπιστώσει όσοι έχουν διαβάσει κόμικς του μεγάλου Jacques Tardi, δεν είναι για όλα τα γούστα. Κάποιοι μπορεί να ξενιστούν με τον υπερβολικό σουρεαλισμό της. Εγώ δηλώνω αμετανόητος Ταρντιστής (σικ) οπότε και αυτή την ταινία πραγματικά την αγάπησα. Την είδα δύο φορές, θα την ξαναδώ σύντομα πάλι. Γιατί κόλλησα τόσο; Μα γιατί ο Ταρντί είναι παντού. Στην σκηνοθεσία, στην κινηματογραφία, στο σκίτσο, στην παραφροσύνη των χαρακτήρων, στην μείξη σοβαρού και κωμικού. Και ας τον έχει στα credits μόνο ως writer δίπλα στον επίσης αγαπημένο Benjamin Legrand. Μόλις είδα ότι δούλεψαν μαζί (Legrand στο σενάριο, Tardi στην επιμέλεια του animation και στο σενάριο) λέω εδώ είμαστε. Τους ήξερα από την παλιότερη συνεργασία τους στην κορυφαία νουάρ ιστορία "Tueur de cafards" του 1984, την οποία ευχαριστήθηκα από την συλλογή New York Mon Amour της fanta.Με είχε κερδίσει πριν καν την δω. Γαλλικό Trailer, Αγγλικό Trailer Σε μια δυστοπική alternate history της Γαλλίας, λίγο πριν το ξέσπασμα του Γαλλοπρωσικού πολέμου το 1870 ο αυτοκράτορας Ναπολέων ο Τρίτος επισκέπτεται το εργαστήριο του επιστήμονα Gustave Franklin ζητώντας έναν ορό που θα δημιουργούσε σούπερ-στρατιώτες (φάση winter soldier και cap). Ο Franklin τον απογοητεύει δείχνοντας του μόνο δύο ομιλούντα πλάσματα που θυμίζουν σαύρες, ο αυτοκράτορας τις πυροβολεί και ανατινάζει το εργαστήριο ενώ αυτές ξεφεύγουν. Πεθαίνουν και οι δύο, ο πόλεμος ματαιώνεται και παρακολουθούμε μια τελείως διαφορετική τροπή στην Γαλλική ιστορία. Στα επόμενα 60 χρόνια από το συμβάν αρχίζουν και εξαφανίζονται διάφοροι γνωστοί επιστήμονες, όπως ο Einstein και ο Fermi, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει τεχνολογική εξέλιξη στον τομέα της ενέργειας και γενικά της επιστήμης. Η Ευρώπη θυμίζει post-apocalyptic τοπίο, δεν έχει αξιοποιηθεί ο ηλεκτρισμός, ενώ έχοντας κάψει όλο το διαθέσιμο κάρβουνο και τα δέντρα έχουν εξαντληθεί και οι όποιοι ενεργειακοί πόροι. Το 1931 τα δέντρα είναι ένα μακρινό όνειρο, ο αέρας είναι τόσο μολυσμένος που οι άνθρωποι φορούν μάσκες για να κυκλοφορούν έξω και η Γαλλία ετοιμάζεται για πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τα μέχρι στιγμής ανέπαφα δάση του Καναδά. Βοήθεια σε αυτό, θέλουν δεν θέλουν, θα προσφέρουν όλοι οι επιστήμονες που υπάρχουν και δεν έχουν απαχθεί. Σε αυτούς ανήκουν και οι απόγονοι του Gustave Franklin, με τον γιο του Prosper, τον εγγονό Paul και την γυναίκα του Annette καθώς και την δισέγγονη μικρή Avril. Μέσα στην όλη κοινωνική αναταραχή της Ευρώπης και τον χαμό της καταδίωξης, η οικογένεια προσπαθεί να ανακατασκευάσει τον σούπερ ορό και να συνεχίσει το έργο του προγόνου της. Τι συμβαίνει όμως όταν απάγονται οι γονείς της Avril και μένει μόνη στο Παρίσι με συντροφιά τον ομιλούντα γάτο της; Είπαμε, απόλυτα σουρεάλ. Και που να δείτε και την συνέχεια. Προσωπικά το φιλμ μου φάνηκε εξαιρετικό όπως τα περισσότερα Γαλλικά animation. Αποτίει φόρο τιμής σε έναν μεγάλο κομίστα αφού όλα τα πρόσωπα και τα περιβάλλοντα είναι λες και έχουν μόλις ζωντανέψει από τις σελίδες των κόμικ του, θυμίζοντας ιδιαίτερα την σειρά Adele Blanc-Sec στο steampunk αέρα και εποχή, καθώς και την σκοτεινή ατμόσφαιρα του Arctic Marauder. Η υπόθεση πρωτότυπη και σατιρική, το φινάλε θυμίζει υπερβολικά πολύ (ίσως και εσκεμμένα) στο "Sky Captain and the World of Tomorrow" με τον Jude Law. Στο imdb λέει ότι είναι βασισμένο σε graphic novel του Tardi αλλά δεν μπόρεσα να βρω ποιο. Σίγουρα δεν είναι από τα μεταφρασμένα στα Αγγλικά. Εννοείται πως την προτείνω, άριστο δείγμα μεταφοράς της BD νοοτροπίας στην οθόνη. Όλοι οι λάτρεις ας την δουν για αν μη τι άλλο, την σκοτεινή της ατμόσφαιρα, τα διακριτικά τοποθετημένα σικάτα comic reliefs και την φινέτσα ενός sci-fi Παρισιού του 1940 μέσα από τα μάτια δύο επιτυχημένων Παριζιάνων καλλιτεχνών. Έχει δύο Πύργους του Άιφελ άλλωστε. ? wiki
×
×
  • Create New...