Search the Community
Showing results for tags 'Πέτρος Χριστούλιας'.
-
Έχω ανάγκη να δημιουργώ κόσμους Ο Πέτρος Χριστούλιας μιλάει με αφορμή τη νέα του δουλειά, το γκράφικ νόβελ για τη ζωή του γιατρού Γεωργίου Παπανικολάου «Η κάθε σκηνή χρειαζόταν τη δική της έρευνα και συχνά αυτή η διαδικασία με οδηγούσε σε μικρές αποκαλύψεις που φώτιζαν συναρπαστικές λεπτομέρειες που βρίσκονταν στο περιθώριο της κεντρικής ιστορίας». Δημήτρης Καραΐσκος Κουρέντι, Χαλκίδα. Δίπλα στα «τρελά νερά» του Ευρίπου, πάνω σε ένα σχεδιαστήριο, ένα πενάκι σχηματίζει ακούραστα με τα μελάνια του εικόνες και ιστορίες. Ανήκει στον Πέτρο Χριστούλια, γέννημα-θρέμμα της Ευβοιωτικής πρωτεύουσας και έναν από τους πιο παραγωγικούς εικονογράφους της ολοένα και ζωηρότερης εγχώριας σκηνής των κόμικς. Με στυλ που παραπέμπει στη γαλλοβελγική σχολή των «μπαντ-ντεσινέ» του ’80 και του ’90, βαθιά και περιπαθή μελέτη στους χαρακτήρες και στα τοπία που σχεδιάζει και μια σοφή αρμονία δράματος και κωμωδίας, ο 43χρονος Χαλκιδαίος δημιουργός εργάζεται επαγγελματικά από το 1997 και έκτοτε έχει συνεργαστεί με φανζίν, περιοδικά και εφημερίδες και έχει σχεδιάσει σειρές όπως οι «Intramuros» και «Χαρακώματα», ενώ έχει δημιουργήσει εξ ολοκλήρου άλλες, όπως η «Μυστική Ταυτότητα» και η «Τριλογία του Νυχτερίδα», που έχουν γίνει ήδη κλασικές. Η τελευταία του δουλειά, ένα γκράφικ νόβελ-βιογραφία ενός σπουδαίου, διεθνούς Έλληνα, του ερευνητή ιατρού Γεωργίου Ν. Παπανικολάου, μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος και αποτελεί την αφορμή για να κάνουμε μια συζήτηση μαζί του. – Οι αντιήρωες και τα τοπία είναι πρωταγωνιστές στις ιστορίες σου. Ίσως μέσα και στα δύο αυτά στοιχεία βλέπεις τον ίδιο σου τον εαυτό; – Είναι αλήθεια ότι οι πρωταγωνιστές στις ιστορίες μου δεν είναι κάποιοι υπεράνθρωποι, αλλά αντιθέτως νιώθουν διαφορετικοί και παράταιροι με το περιβάλλον τους και πασχίζουν να γίνουν αποδεκτοί. Μάλιστα το σκηνικό των ιστοριών αυτών είναι εκεί για να τονίζει αυτό το στοιχείο, είτε πρόκειται για μια χαοτική ελληνική πόλη του παρόντος είτε για τη νοσταλγική εκδοχή της πόλης μιας άλλης εποχής ή ακόμα και κάποιο εξωτικό τοπίο. Πολλές φορές, άλλωστε, ο τόπος παίζει σημαντικό ρόλο στην πλοκή. Ακόμα και στο τελευταίο βιβλίο μου, που αποτελεί βιογραφία μιας τόσο γνωστής προσωπικότητας, μπορεί κανείς να δει, από τόπο σε τόπο, την περιπέτεια ενός ανθρώπου που νιώθει ιδιαίτερος. Και, ναι, έχω σιγουρευτεί πια πως όλα αυτά δεν είναι τυχαία και πως δείχνουν κάτι και για τον δικό μου χαρακτήρα, τις δικές μου ανασφάλειες και εμμονές. – Ο χαρακτήρας του «Δρ. ΠΑΠ», με την τριγωνική μύτη και τις τελείες για μάτια, έχει κάτι αφαιρετικό σε ένα πλαίσιο που είναι, κατά τα άλλα, αρκετά ρεαλιστικό. Είναι αυτή μια προσπάθειά σου για ισορροπία ανάμεσα στο αστείο και το σοβαρό; – Μου αρέσει η απλότητα και γι’ αυτό προσπαθώ να επικοινωνήσω την ιδέα πίσω από την εικόνα με τη λιγότερη δυνατή φλυαρία. Θέλοντας να κρατήσω μόνο αυτά τα χαρακτηριστικά του Παπανικολάου που θα μου ήταν απαραίτητα για να διατηρήσει την εκφραστικότητά του, οδηγήθηκα σε μια απλοποίηση της φόρμας τους. Αυτήν την απόφαση θέλησα να την τονίσω με την τριγωνική μύτη γιατί πιστεύω ότι ενδυναμώνει τελικά το σχέδιο και ίσως συνολικά η «καρτουνίστικη» αντιμετώπιση να δίνει μια αναγκαία ελαφρότητα, η οποία κιόλας ταιριάζει και στο γενικότερο ύφος μου. – Η πατρίδα και τόπος κατοικίας σου, η Χαλκίδα, φαίνεται πως υπάρχει κάπου πάντα μέσα στη δουλειά σου, στον νου και στην καρδιά σου. Είναι άραγε, τα νερά του Ευρίπου, που γοητεύουν και εμπνέουν; – Η Χαλκίδα είναι η πόλη στην οποία μεγάλωσα, και όταν έφυγα από αυτήν, ήταν φορτισμένη στη συνείδησή μου –όπως ήταν φυσικό– και με θετικό και αρνητικό τρόπο. Όταν πριν από κάποια χρόνια επέστρεψα σε αυτήν μόνιμα, προσπάθησα να την δω με φρέσκια ματιά και να την ξαναγνωρίσω. Ζώντας εδώ, κάθε τόσο μια μυρωδιά ή μια εικόνα με στέλνει πίσω σε μικρά ταξίδια στον χρόνο, κάτι που με βοηθάει να κρατάω μια επαφή με τον νεότερο εαυτό μου και να μην ξεχνώ τα δημιουργικά μου κίνητρα. – Έκανες σπουδές ζωγραφικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών αλλά αποφάσισες να μπεις στον επαγγελματικό στίβο των κόμικς. Πώς ήρθε αυτή η απόφαση; – Η φοίτηση στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ) ήταν ένα πολύτιμο στάδιο στην εκπαίδευση και την αισθητική μου καλλιέργεια, όμως αυτό που με συγκινούσε και πριν και κατά τη διάρκεια των σπουδών μου –και προφανώς μετά– ήταν τα κόμικς και η εικονογράφηση. Και αυτό μάλλον έχει να κάνει με τις αναφορές που είχα μεγαλώνοντας, όπως π.χ. όλοι αυτοί οι φοβεροί Ευρωπαίοι κομίστες που έμαθα από το περιοδικό «Βαβέλ» αλλά και με το ότι με αυτά τα αφηγηματικά μέσα έκφρασης μπορούσα να φτιάχνω ιστορίες χαρακτήρων, κάτι που πάντα ήθελα. Επίσης, σε αυτόν τον χώρο βρήκα μια κοινότητα ανθρώπων που μου αρέσει πολύ και που αισθάνομαι ότι μοιραζόμαστε μαζί κάτι κοινό, παρόλο που είμαστε τόσο διαφορετικοί σε στυλ και χαρακτήρα ο ένας από τον άλλο. «Στην απόπειρα της βιογραφίας ενός τόσο σπουδαίου Έλληνα, αισθανόμουν βαριά την ευθύνη. Προσπάθησα να μην πέσω στην παγίδα υποκειμενικών κρίσεων, καθώς και να μη δημιουργήσω μια χλιαρή αγιογραφία, και πιστεύω ότι ο ίδιος ο Δρ. ΠΑΠ, με τις πολύ ανθρώπινες πλευρές του, με βοήθησε να αποφύγω κάτι τέτοιο». «Μετά τον θάνατο του Παπανικολάου, ένας Αμερικανός γιατρός έφερε στις ΗΠΑ ένα κλωνάρι από τον πλάτανο που υπάρχει ακόμα στην Κω, κάτω από τον οποίο δίδασκε ο Ιπποκράτης». Οι πρωταγωνιστές στις ιστορίες μου δεν είναι κάποιοι υπεράνθρωποι, αλλά αντιθέτως νιώθουν διαφορετικοί και παράταιροι με το περιβάλλον τους και πασχίζουν να γίνουν αποδεκτοί. – Τι συνιστά τη διαδικασία της δημιουργίας ενός γκράφικ νόβελ; – Είναι δύσκολο να αναλύσεις τη δημιουργία ενός τόσο σύνθετου μέσου, αλλά μπορώ σίγουρα να πω ότι σε σχέση με μια κινηματογραφική ταινία, που είναι προϊόν ομαδικής δουλειάς, ένα γκράφικ νόβελ μπορεί να δημιουργηθεί ακόμα και από έναν μόνο άνθρωπο. Και, παρότι αυτό ακούγεται μοναχικό, έχει και καλές πλευρές, όπως π.χ. η συγκρότηση και η δημιουργική ηρεμία που μπορεί να έχει κανείς όταν δουλεύει πάνω σε κάτι μόνος του. – Ενώ είσαι επαγγελματίας εικονογράφος, τελευταία σε συναντάμε και στον ρόλο του συγγραφέα. Μπορείς να μας μιλήσεις για αυτό; – Πάντα έγραφα τις δικές μου ιστορίες κι αυτό έχει να κάνει με την ανάγκη μου να αφηγούμαι και να δημιουργώ κόσμους. Έχω όμως συνεργαστεί και με πολλούς καλούς συγγραφείς παιδικών βιβλίων και κόμικς, και κάθε φορά ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία, που με μάθαινε πολλά. – Ποια ιδιαίτερη θέση έχει στην έως στιγμής καριέρα σου ο «Δρ. ΠΑΠ» και τι πιστεύεις ότι κάνει αυτή την έκδοση ξεχωριστή; – Το ίδιο το θέμα του βιβλίου έκανε αυτό το πρότζεκτ σημαντικό για μένα, εφόσον πρόκειται για τη βιογραφία μιας πολύ σημαντικής προσωπικότητας που ξεπερνάει τα σύνορα της χώρας μας. Η προσφορά του Παπανικολάου στην ανθρωπότητα είναι αδιαμφισβήτητη. Επιπλέον, ήταν για μένα και μια ευκαιρία να αφηγηθώ ένα είδος ιστορίας που δεν είχα δοκιμάσει στο παρελθόν. – Τι προκλήσεις και δυσκολίες συνάντησες δουλεύοντας για αυτή την έκδοση και τι μαθήματα πήρες; – Δεν ήταν η πρώτη φορά που, στο πλαίσιο της δουλειάς μου, έκανα έρευνα με ιστορικό περιεχόμενο, αλλά στην περίπτωση αυτή, στην απόπειρα της βιογραφίας ενός τόσο σπουδαίου Έλληνα, αισθανόμουν βαριά την ευθύνη. Προσπάθησα να μην πέσω στην παγίδα υποκειμενικών κρίσεων καθώς και να μη δημιουργήσω μια χλιαρή αγιογραφία, και πιστεύω ότι ο ίδιος ο Δρ. ΠΑΠ, με τις πολύ ανθρώπινες πλευρές του, με βοήθησε να αποφύγω κάτι τέτοιο. Όταν ήρθε η ώρα της δημιουργίας του σεναρίου, μετά την αρχική έρευνα, ήρθα αντιμέτωπος με την ιδιαιτερότητα του ίδιου του μέσου, που απαιτεί τεκμηρίωση και στο επίπεδο της εικόνας. Η κάθε σκηνή χρειαζόταν τη δική της έρευνα και συχνά αυτή η διαδικασία με οδηγούσε σε μικρές αποκαλύψεις που φώτιζαν συναρπαστικές λεπτομέρειες που βρίσκονταν στο περιθώριο της κεντρικής ιστορίας. – Μπορείς να μοιραστείς με εμάς ένα περιστατικό από τη δημιουργία του «Δρ. ΠΑΠ»; – Κάπου στην αρχή της έρευνάς μου έπεσα πάνω σε ένα γεγονός που ήθελα να το χρησιμοποιήσω ως αφηγηματικό εργαλείο. Μετά τον θάνατο του Παπανικολάου, ένας Αμερικανός γιατρός έφερε πίσω στη χώρα του ένα κλωνάρι από τον πλάτανο που υπάρχει ακόμα στην Κω, κάτω από τον οποίο δίδασκε ο Ιπποκράτης. Το φύτεψε στο προαύλιο της κλινικής του Πανεπιστημίου του Κορνέλ και το αφιέρωσε στον Έλληνα ερευνητή, ο οποίος εργαζόταν εκεί. Ψάχνοντας πληροφορίες πάνω σε αυτό, δεν μπορούσα να εξακριβώσω πού βρίσκεται το δέντρο ή αν ζει ακόμα. Σε μια τελευταία προσπάθεια, έστειλα ένα email στην υπηρεσία των αρχείων του Κορνέλ. Θυμάμαι ακόμα τον χαζό, παιδικό ενθουσιασμό μου, όταν πήρα την απάντηση με τις απαραίτητες πληροφορίες γι’ αυτόν τον ακόμα ζωντανό πλάτανο στο Μανχάταν. Πηγή
-
- 3
-
-
-
- Πέτρος Χριστούλιας
- Παπαδόπουλος
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Οι διαφορετικοί «υπερήρωες» του Πέτρου Χριστούλια Γιάννης Κουκουλάς Επιμέλεια: Λουίζα Καραγεωργίου Δύο απολαυστικές σειρές του Πέτρου Χριστούλια, με πρωταγωνιστές που παλεύουν να μοιάσουν με υπερήρωες αλλά δεν τα καταφέρνουν και τόσο καλά, κυκλοφόρησαν σε δύο υπέροχες εκδόσεις. «Ο παππούς μου, που μοιραζόμαστε το ίδιο ονοματεπώνυμο, ήταν ράφτης. Γεννηθείς το 1901, είχε ήδη δικό του μαγαζί στην Κωνσταντινούπολη όταν αναγκάστηκε να φύγει μετά την καταστροφή. Συνέχισε αυτήν τη δουλειά στη νέα του πατρίδα για το υπόλοιπο της επαγγελματικής του ζωής. Όταν γύρισα στην πόλη μου μετά τις σπουδές στη συμπρωτεύουσα, κυριεύτηκα από μια μανία να ερευνήσω την οικογενειακή μου μικροϊστορία και στην κυριολεξία να σκαλίζω το σπίτι που μεγάλωσα. Σκέφτηκα ότι έτσι μπορώ να συνειδητοποιήσω από πού προέρχομαι ώστε κάποια στιγμή να πάω παραπέρα. Έπρεπε να συμφιλιωθώ με το μέρος που ποτέ δεν ένιωθα ότι ανήκω και ίσως κάποτε κατάφερνα να το οικειοποιηθώ. Μια ραπτομηχανή σε αχρηστία από την εποχή που η μητέρα μου περνούσε μια περίοδο εξερεύνησης της κοπτικής-ραπτικής, σε συνδυασμό με το επάγγελμα του παππού μου και τη δική μου ενασχόληση με τα κόμικς, ίσως ήταν το μείγμα μέσα στο οποίο πήρε μορφή η ιδέα ενός χάρτινου ήρωα που κατασκευάζει ο ίδιος μια υπερηρωική στολή και με τη μυστική του ταυτότητα προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με το μέρος από όπου κατάγεται». Με αυτόν τον προσωπικό πρόλογο, ο Πέτρος Χριστούλιας διευκρινίζει τα κίνητρα και τις αφορμές που είχε για να φιλοτεχνήσει μια χιουμοριστική και πολύ συναισθηματική ιστορία με επίκεντρο τη γενέτειρά του, τη Χαλκίδα. «Η Μυστική Ταυτότητα» (εκδόσεις Ένατη Διάσταση, δημοσιευόταν από το 2009 ως το 2019 στο περιοδικό «Αν») έχει πρωταγωνιστή κάποιον καλοσυνάτο νέο άνδρα που φιλοδοξεί να σώσει τον κόσμο. Κι αν όχι ολόκληρο τον κόσμο, τουλάχιστον τον δικό του μικρόκοσμο, τη γειτονιά του. Ράβει στη ραπτομηχανή μια αυτοσχέδια στολή, φορά ένα σουρωτήρι στο πιγούνι κι ένα σορτσάκι πάνω από τη φόρμα του και ξεχύνεται στην πόλη με τα αθλητικά του παπούτσια. Εκεί θα έρθει αντιμέτωπος με τις πιο μεγάλες προκλήσεις: με τους παλιούς του συμμαθητές, με τον καύσωνα, με τα λασπόνερα που εκτοξεύουν τα αυτοκίνητα, με πλανόδιους πωλητές καρπουζιών, με τις απορίες των παιδιών, με τις γιαγιάδες που κολυμπούν, με τους πολιτικάντηδες που μοιράζουν υποσχέσεις, με τον Αϊ-Βασίλη. Η μεγαλύτερη πρόκληση όμως είναι ο έρωτας της ζωής του, η γυναίκα μπρος στην οποία όλες οι «υπερηρωικές» δυνάμεις πάνε περίπατο. Τόση κούραση όμως έχει και συνέπειες. Κι έτσι ο φιλόδοξος και καλοπροαίρετος «υπερήρωας», που μόνο αυτός αντιλαμβάνεται ως τέτοιον τον εαυτό του, ταξιδεύει στα όνειρά του στη Μικρασιατική Καταστροφή, καταδιώκεται από την Γκεστάπο, ζει τον Χριστουγεννιάτικο Εφιάλτη για να ξυπνήσει απότομα και να προσγειωθεί στην πεζότητα των όμορφων, ατομικών φαντασιώσεών του. Το πολύ προσεγμένο επίμετρο του βιβλίου με το φωτογραφικό και εικονογραφικό υλικό που συνοδεύει το παράρτημα εξηγούν ακόμα καλύτερα τη δράση του μοναχικού vigilante μιας μικρής επαρχιακής πόλης στην επαρχία του κόσμου την ώρα που αυτός ονειρεύεται τη μητρόπολη. Ολοκληρώνοντας αυτήν την όμορφη συλλογή για τα όνειρα και τις πτήσεις που όσο πιο ψηλές είναι τόσο περισσότερο πονάνε οι πτώσεις. Ένας άλλος αλλόκοτος «υπερήρωας» ή, καλύτερα, μια υπερηρωική καρικατούρα μεταφερμένη στον μεταπολεμικό Πειραιά είναι ο Νυχτερίδας, πρωταγωνιστής στην «Τριλογία του Νυχτερίδα» (εκδόσεις Jemma Press). Ο ογκώδης τόμος του Πέτρου Χριστούλια περιλαμβάνει τις ιστορίες «Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», «Τριγυρνώ μες στην Αθήνα» και «Αφού μ’ αρέσει να γυρνώ», που είχαν κυκλοφορήσει τα προηγούμενα χρόνια σε αυτοτελείς εκδόσεις, καθώς και το ακυκλοφόρητο «Η Νυχτερίδα της Ασφάλτου». Και στις τρεις συνέχειες είχαμε αναφερθεί σε παλαιότερα τεύχη του Καρέ Καρέ, αλλά η επίτομη έκδοση με το σύνολο του έως τώρα παραχθέντος υλικού με κεντρικό χαρακτήρα τον Έλληνα αξύριστο «Μπάτμαν» δίνει στον αναγνώστη την ευκαιρία να αποκτήσει μια συνολική εικόνα του παράξενου πρωταγωνιστή. Όλες οι ιστορίες εκτυλίσσονται τη δεκαετία του 1950, σε μια Ελλάδα τόσο μακρινή αλλά και τόσο κοντινή. Με μια αυτοσχέδια στολή κι αυτός, φανατικός καπνιστής, με πεσμένα αυτιά και με επιτηδευμένα αφημένα γένια, ο Νυχτερίδας πνίγει τον πόνο του στη ρετσίνα και ξεχνά τη μοναξιά του σε κουτούκια και ρεμπετάδικα. Ερωτευμένος με την τραγουδιάρα τη Θοδώρα, εξομολογείται τη ζωή του στον κάπελα: «Εμένα που με βλέπεις, φίλε μου, ορφάνεψα νωρίς! Τους γονείς μου τούς έφαγε μπαμπέσικα κάποιος τζουτζές σε ένα στενοσόκακο κάτω στην Κοκκινιά. Εγώ έρχομαι εδώ να ακούω τη Θοδώρα και να ματώνει η καρδούλα μου». Και με την προφανή αναφορά στον Μπάτμαν που ορφάνεψε σε ένα στενοσόκακο στο Γκόθαμ, συστήνεται ως Κάπτεν-Μπατ ή «Καπετάν Νυχτερίδας στα ξένα». Υπηρέτης του και φωνή της λογικής είναι φυσικά κάποιος Άλμπερτ και βοηθός του ο Δεκαοχτούρας στον ρόλο του Ρόμπιν. Από παρόμοιες αναφορές σφύζει το πρώτο μέρος της τριλογίας που, εκτός από τις νύξεις στην πολιτική πραγματικότητα της εποχής της μαύρης Δεξιάς και το πανταχού παρόν χιούμορ, αποτελεί μια σπάνια ηθογραφία της ελληνικής μικροαστικής και λαϊκής τάξης. Στο δεύτερο μέρος της σειράς, ο Καπετάν Νυχτερίδας αφήνει για λίγο τον Πειραιά και τις συνοικίες του και μεταφέρει τη δράση του στην Αθήνα, όχι με τόση ευχαρίστηση είναι αλήθεια: «Δεν μου αρέσει να ανεβαίνω στην Αθήνα. Ειδικά στο Κολωνάκι με όλους αυτούς τους ξιπασμένους αστούς», μονολογεί οδηγώντας το ιδιότυπο μπάτμομπίλ του. Θα ζήσει την περιπέτεια στην Πλάκα, στη σκιά της Ακρόπολης, θα γνωρίσει έναν νέο έρωτα, την Ασημίνα, και θα κατορθώσει να λύσει ακόμη ένα μυστήριο. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, η δράση ξαναγυρίζει στον Πειραιά και συγκεκριμένα στα Ταμπούρια, όπου ο Νυχτερίδας θα γνωρίσει το μέντιουμ Ζαΐρα, θα μπλεχτεί με τα μέλη ενός περιφερόμενου μπουλουκιού, θα γίνει φίλος με τον Μίμη τον Άτλα και θα ξεφύγει από τους ασφαλίτες που τον καταδιώκουν σε έναν μεταφορικό «Γύρο του Θανάτου», θα αποκαλύψει το σκοτεινό έργο ενός μαυραγορίτη. Και θα στεφθεί και πάλι νικητής κατορθώνοντας να περιστείλει τον αυθορμητισμό και τον συνήθη υπερηρωικό ναρκισσισμό του λέγοντας στον απορημένο Δεκαοχτούρα: «Αυτή τη φορά δεν θα αφήσω το υπερεγώ μου να γίνει εμπόδιο». Στην μπόνους ιστορία του τόμου, μάλιστα, ο αναγνώστης μαθαίνει ότι ο Νυχτερίδας συνεχίζει το έργο του τρεις δεκαετίες μετά, σε προχωρημένη ηλικία, αλλά ακόμη ακμαίος και ακαταπόνητος όπως ο Μπάτμαν στη σειρά «Σκοτεινός Ιππότης» του Φρανκ Μίλερ. Με την Εντούρο του Δεκαοχτούρα, πάνε μαζί σε μια ντίσκο των 80s και μπλέκουν σε έναν καβγά για να ακολουθήσει καταδίωξη με μηχανές υπό το βλέμμα των αφισών με τον Ανδρέα Παπανδρέου να διαλαλεί την «Αλλαγή». Για να κλείσει έτσι αυτή η ιδιότυπη τετραλογία –όχι όμως και η χάρτινη «ζωή» του αλλόκοτου χαρακτήρα– που συνοδεύεται από ένα παράρτημα με τις επιπλέον εμφανίσεις του Νυχτερίδα σε άλλα μέσα και έναν επίλογο του Πέτρου Χριστούλια που καταλήγει ως εξής: «Πουθενά δεν εξηγείται επαρκώς γιατί ο Νυχτερίδας κυκλοφορεί ντυμένος έτσι σαν μασκαράς. Ισως έχει να κάνει με κάποιο τραύμα από την εποχή που τα αλητάκια του λιμανιού τον κορόιδευαν που οι γονείς του τον έντυναν ναυτάκι και τον έσερναν στους παραλιακούς τους περιπάτους στον Πειραιά. Μπορεί απλά πίσω από τη μάσκα να νιώθει ότι κρύβει όλα εκείνα που δεν θα του επέτρεπαν να κυκλοφορεί στα στέκια που δεν πιστεύει ότι ανήκει πραγματικά. Εγώ πάντως πίσω από τη μάσκα του Νυχτερίδα είχα την ευκαιρία να κρυφοκοιτάξω εποχές που πάντα με γοήτευαν». Πηγή
-
- 4
-
-
-
- Πέτρος Χριστούλιας
- Ένατη Διάσταση
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Ο σύγχρονος άνθρωπος απειλείται από παντού. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο πρωταγωνιστής του παρόντος κόμικ αποφασίζει να ράψει μια στολή και να καταπολεμήσει το έγκλημα. Βέβαια στη Χαλκίδα, ε δεν ελλοχεύουν και τόσοι κίνδυνοι, αν εξαιρέσεις πεισματάρηδες μαθητές και γριούλες που σε ξέρουν από μωρό και μπορεί ν' αποκαλύψουν την αληθινή σου ταυτότητα. Η Μυστική Ταυτότητα ξεκίνησε να δημοσιεύεται το 2009 στο χαλκιδιώτικο freepress περιοδικό Αν, για να ολοκληρώσει τον κύκλο του δέκα χρόνια αργότερα. Το 2022, τα σαραντακάτι μονοσέλιδα (+1 δισέλιδο) στριπάκια συγκεντρώθηκαν από την Ένατη Διάσταση και πασπαλίστηκαν με κειμενάκια του δημιουργού και άλλα καλούδια. Χωρίς υπερβολή, Η Μυστική Ταυτότητα ήταν το κόμικ που περίμενα περισσότερο στο φετινό ComicdomCon, καθώς ο Χριστούλιας είναι ένας από τους αγαπημένους μου Έλληνες κομίστες. Ο Χριστούλιας δεν δημιούργησε αυτό το κόμικ με σκοπό να παρωδήσει το υπερηρωικό είδος. Το βασικό του θέμα είναι τo αίσθημα περιορισμού, ασφυξίας που μπορεί να νιώθει ο κάτοικος της (ελληνικής) επαρχίας. Όπως γράφει ο ίδιος, πρόκειται για το αντίστροφο του Intra Muros, στο οποίο ο πρωταγωνιστής ένιωθε χαμένος στον λαβύρινθο της μεγαλούπολης. Η ατμόσφαιρα είναι γλυκόπικρη, αλλά το χιούμορ είναι διαρκώς παρόν. Και κάθε τόσο, υπάρχει και μία δόση φανταστικού ή sci-fi, έτσι σαν διακριτικό μπαχαρικό. Δεν είναι ένα κόμικ επιπέδου Χαρακώματα ή Καπετάν-Νυχτερίδα, αλλά διαβάζεται ευχάριστα ένα ανοιξιάτικο απόγευμα όπως το τωρινό.
- 2 replies
-
- 12
-
-
-
- Πέτρος Χριστούλιας
- Ένατη Διάσταση
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Πως θα ήταν ένα παράλληλο σύμπαν που ο Μπάτμαν, αντί για τα ματωμένα μαργαριτάρια της Μάρθας Γουέιν στους δρόμους του Γκόθαμ, τραυματιζόταν ψυχικά από την μισοψημένη τυρόπιτα που έφυγε από τα χέρια της μάνας του Μαριγούλας στα σοκάκια του Περαία; Ε, το "Τριγυρνώ σαν νυχτερίδα" του Πέτρου Χριστούλια (Ψηφιδωτό) έρχεται να απαντήσει στην ερώτηση. Κάνοντας την πρώτη του εμφάνιση σε μορφή φανζίν ονόματι "Μπάτμαν, αυτή η αδερφή", ο λούμπεν νεοέλληνας αντιήρωας Νυχτερίδας σουλατσάρει για πάνω από δέκα χρόνια στα κομιστικά στέκια της χώρας. Το 2015 και εκδόθηκε από την Jemma Press το πρώτο (σκληρόδετο παρακαλώ) τομάκι με τις πρώτες ασπρόμαυρες ιστορίες του Νυχτερίδα με τίτλο "Γυρνώ σαν νυχτερίδα" (σικ), ενώ πριν σουλάτσαρε κάμποσο και στο socomic.gr και σήμερα μετράμε άλλους δύο έντυπους τόμους, τους "Τριγυρνώ μες στην Αθήνα" (2016) και "Αφού μ'αρέσει να γυρνώ" (2017) επίσης από Jemma. Αν και δεν μ'αρέσει η κατάχρηση του όρου "κλασικός", νομίζω πως ο τίτλος αυτός άνετα θα μπορούσε να συγκαταλέγεται στα πλέον κλασικά Ελληνικά κόμικ, αφού αποτελεί φοβερά αστεία προσαρμογή ενός superhero icon στα δεδομένα της μεταπολεμικής Ελλάδος και έχει βρεθεί σε χιλιάδες ελληνικά χέρια είτε ως αυτοέκδοση, ψηφιακά ή σε κυριλέ ασπρόμαυρα τομάκια. Το παρόν βγήκε τον Απρίλιο του '15 για να γνωρίσει το κοινό του τότε ComicDom με τον σαπιοκοιλιά Νυχτερίδα, με 80 σελίδες και μικρό μέγεθος. Πάντως, έμελλε να αγαπήσουμε πέρα από αυτόν και τον κολαούζο του, τον ατζαμή μπόμπιρα Δεκαοχτούρα.
- 7 replies
-
- 11
-
-
-
- Πέτρος Χριστούλιας
- Jemma Press
-
(and 3 more)
Tagged with:
-
Ένα υπέροχο ταξίδι στον χρόνο Γιάννης Κουκουλάς Δημιουργός κόμικς, εικονογράφος, σχεδιαστής, είναι κάποιες από τις ιδιότητες με τις οποίες είναι γνωστός ο Πέτρος Χριστούλιας. Ολες σχετικές με την εικόνα. Σε αυτές προστέθηκε πρόσφατα κι ακόμα μία, αυτή του συγγραφέα παιδικών βιβλίων. «Η Ατμομηχανή του Χρόνου» είναι η πρώτη του συγγραφική δουλειά. Και είναι συναρπαστική. Τα ταξίδια στον χρόνο αποτελούσαν πάντα προκλήσεις για συγγραφικές επινοήσεις και αγαπημένα θέματα των αναγνωστών. Συνήθως, τέτοια ταξίδια στη λογοτεχνία –αλλά και στον κινηματογράφο, στα κόμικς κ.λπ.– συνδυάζονταν με τρελές περιπέτειες, με απρόσμενα σενάρια, με εντυπωσιακά ειδικά εφέ. Επιπλέον, οι επιστροφές στον χρόνο συνήθως αφορούν συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, που είναι φορτισμένες με ιστορική σημασία και συγκεκριμένα μέρη που είναι ικανά να εξάψουν τη φαντασία. Δεν είναι και τόσο συνηθισμένο ένα θέμα τόσο εξωπραγματικό να «περιορίζεται» σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ελλάδας και να μην έχει ούτε πανίσχυρα υπερόπλα ούτε καταστροφές και φιλοσοφικά παράδοξα ούτε απαστράπτουσες χρονομηχανές. Ο Πέτρος Χριστούλιας το κατάφερε, όμως. Στο βιβλίο του μπορεί να μην υπάρχουν τα αναμενόμενα σε ένα τέτοιο έργο. Και κυρίως να μην υπάρχει μια μηχανή του χρόνου. Είναι αρκετή, όμως, μια «Ατμομηχανή του Χρόνου» (εκδόσεις Ικαρος, 152 σελίδες), η οποία μεταφέρει τον Άλκη και τη Φωτεινή σε μια προηγούμενη εποχή της ίδιας τους της πόλης και σε ένα μυστήριο που πρέπει να λυθεί. Αν και δεν δηλώνεται ρητά πουθενά στο βιβλίο, αυτή η πόλη είναι η Χαλκίδα, πόλη στην οποία ζει, εργάζεται και δημιουργεί ο Χριστούλιας. Και είναι μια υπέροχη Χαλκίδα. Με τις ιδιαιτερότητές της, με τα παράξενα υδάτινα φαινόμενά της, με τα καραβάκια στο στενό που τη χωρίζει από την απέναντι στεριά, με τα ήσυχα και κατάφυτα δρομάκια της. Όλα αυτά, ιδιαίτερα στην παλαιά εποχή κατά την οποία εξελίσσεται το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, υποκαθιστούν και με το παραπάνω την απουσία όλων των συμβατικών «αναμενόμενων» που προαναφέραμε. Μετατρέποντας έτσι την «Ατμομηχανή του Χρόνου» σε ένα πανέμορφο ταξίδι στον χρόνο, σε μια πανέμορφη πόλη, με πρωταγωνιστές δύο μικρά παιδιά που γνωρίζουν από κοντά τη μαγεία και τη γοητεία της απλότητας και της αθωότητας μιας άλλης, οριστικά χαμένης εποχής: «Σε λίγο περπατούσαν στις γειτονιές της πόλης τους, που τώρα, με όλα αυτά τα σπίτια με τις κεραμοσκεπές και τις αυλές τους, που από τα κάγκελά τους ξεχείλιζαν διάφορα φυτά, έμοιαζε περισσότερο με κάποιο χωριό. Οι μεθυστικές μυρωδιές από τα γιασεμιά και τα νυχτολούλουδα ήταν σίγουρα πιο ευχάριστες από τις αναθυμιάσεις των αυτοκινήτων που είχαν συνηθίσει». Η γραφή του Πέτρου Χριστούλια είναι απλή, κατανοητή και γεμάτη νοήματα και συναισθήματα για τα παιδιά άνω των 9 ετών στα οποία απευθύνεται η έκδοση, ενώ η αφήγηση συμπληρώνεται από τα έξυπνα, δεκάδες σχέδια του δημιουργού που προσφέρουν σε ορισμένα σημεία του βιβλίου την απαραίτητη οπτικοποίηση που κάνει την ιστορία ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Σε ένα ακόμα παράδειγμα παιδικής, εφηβικής και νεανικής λογοτεχνίας που τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας γνωρίζουν και θα συνεχίζουν να γνωρίζουν μεγάλη ανάπτυξη και εξέλιξη. Πηγή
-
- 4
-
-
- Πέτρος Χριστούλιας
- Η Ατμομηχανή του Χρόνου
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Ένα υπέροχο και βραβευμένο «Ψηφιδωτό» Απόσπασμα του εξωφύλλου του άλμπουμ «Ψηφιδωτό» (εκδόσεις Jemma Press) των Τάσου Ζαφειριάδη (σενάριο) και Πέτρου Χριστούλια (σχέδιο) Γιάννης Κουκουλάς Με καθυστέρηση σχεδόν ενάμιση χρόνου απονεμήθηκαν τα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς για τα έργα που δημιουργήθηκαν το 2019. Ξεχωριστή θέση σε αυτά είχαν το «Ψηφιδωτό» των Τάσου Ζαφειριάδη και Πέτρου Χριστούλια και ο «Ζητιάνος» του Κανέλλου Cob Μία από τις σημαντικότερες στιγμές του φεστιβάλ του Comicdom είναι κάθε χρόνο η απονομή των Ελληνικών Βραβείων Κόμικς (χιουμοριστικά, για τους επαΐοντες, «Ελ Βράκο»). Η πολυπληθής «ακαδημία» που αποτελείται από καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, θεωρητικούς, εκδότες κ.ά. ψηφίζει τα καλύτερα έργα σε διάφορες κατηγορίες και τα βραβεία απονέμονται στην εναρκτήρια ημέρα του φεστιβάλ. Το φεστιβάλ, λόγω Covid, δεν πραγματοποιήθηκε ούτε τον Μάιο του 2020 ούτε και τον Μάιο του 2021, με συνέπεια να μην υπάρξει και απονομή βραβείων. Με καθυστέρηση ενάμιση χρόνου, όμως, πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα και συγκέντρωσε δεκάδες χιλιάδες φίλους των κόμικς. Και επιτέλους δόθηκαν και τα βραβεία σε δέκα διαφορετικές κατηγορίες. Τα βραβευμένα κόμικς «Ψηφιδωτό», «Ο ζητιάνος» και «Τρεις» Με παρουσιαστή τον stand up κωμικό Δημήτρη Δούκογλου, σε μια πολύ λιτή και δικαιολογημένα αμήχανη τελετή (μάσκες, αποστάσεις κ.λπ.) που διέφερε από αυτές των προηγούμενων ετών και με ολιγάριθμο κοινό, στο κτίριο της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης, οι Νίκος Γιακουμέλος και Αθηνά Κακλαμάνη από το Smassing Culture ανακοίνωσαν τους νικητές. Αναμφίβολα, το «Ψηφιδωτό» (εκδόσεις Jemma Press), μια πολυεπίπεδη αφήγηση και περιπλάνηση στο Βυζάντιο με «πυξίδα» κάποιες παράξενες ψηφίδες των Τάσου Ζαφειριάδη (σενάριο) και Πέτρου Χριστούλια (σχέδιο) ξεχώρισε, καθώς απέσπασε το μεγαλύτερο βραβείο, αυτό του Καλύτερου Κόμικς για το 2019, αλλά και το βραβείο Σεναρίου (Τάσος Ζαφειριάδης) και το βραβείο Καλλιτεχνικής Επιμέλειας (Λευτέρης Σταυριανός, Τάσος Ζαφειριάδης, Πέτρος Χριστούλιας). Δύο σημαντικά βραβεία, Σχεδίου και Εξωφύλλου, κατέκτησε o Κανέλλος Cob με την πανέξυπνη προσαρμογή του «Ζητιάνου» (εκδόσεις Polaris) του Ανδρέα Καρκαβίτσα σε κόμικς, ενώ το βραβείο του Καλύτερου Νέου Καλλιτέχνη απονεμήθηκε στον Δημήτρη Κοσκινά για τα «Σκοτεινά Μυστικά». Κανέλλος Cob Το βραβείο Καλύτερης Μεταφρασμένης Εκδοσης απέσπασε το «Τρεις» (εκδόσεις Jemma Press) των Kieron Gillen (σενάριο) και Ryan Kelly (σχέδιο) σε μετάφραση Μπέλλας Σπυροπούλου, ενώ το βραβείο Καλύτερου Ένθετου (κόμικς που δημοσιεύονται σε περιοδικά, εφημερίδες κ.λπ.) απονεμήθηκε στους Ηλία Κυριαζή (σενάριο) και Έλενα Γώγου (σχέδιο) για την «Αρπη» από το περιοδικό «Μπλε Κομήτης». Δύο ξεχωριστά βραβεία, τέλος, απέσπασαν και οι μόνιμοι συνεργάτες του Καρέ Καρέ, Δημήτρης Καμένος και Πάνος Ζάχαρης. Ο Δημήτρης τιμήθηκε με το βραβείο Καλύτερης Αυτοέκδοσης για το «Μεφίστο - Ενα Ιατρικό Σήριαλ», το πρώτο μέρος της φαουστικής του παρωδίας που δημοσιεύεται εδώ και χρόνια στην «Εφ.Συν.», ενώ ο Πάνος απέσπασε το βραβείο του Καλύτερου Διαδικτυακού Κόμικς για την πολύ επιτυχημένη σειρά «Working Dead», με τους χιλιάδες φίλους στο διαδίκτυο. Πέτρος Χριστούλιας Με την ευχή ότι το φεστιβάλ του Comicdom και η ετήσια απονομή των «Ελ Βράκο» δεν θα ανασταλούν ξανά, η επόμενη χρονιά αναμένεται με ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον καθώς οι βραβεύσεις θα αφορούν τόσο το 2020 όσο και το 2021. Χρόνια δύσκολα και σκοτεινά, αλλά με σημαντικά και όμορφα κόμικς που ποτέ δεν παύουν να δημιουργούνται. Πηγή
-
- 5
-
-
- Ελληνικά Βραβεία Κόμικς
- Ψηφιδωτό
- (and 11 more)
-
Δυσκολεύτηκα να ξεκινήσω αυτή τη παρουσίαση. Θέλεις το σοβαρό θέμα που καταπιάνεται αυτή η έκδοση, θέλεις η εκπληκτική δουλειά που έκαναν όσοι συμμετείχαν σε αυτή την ανθολογία, τα λόγια γράφονται δύσκολα. Το θέμα της ναζιστικής κατοχής στην Αθήνα είναι πάντα επίκαιρο και η προσέγγιση του από 14 κομίστες ενδιαφέρουσα. Ενδιαφέρουσα γιατί μιλάμε για κάποιους από τους κορυφαίους Έλληνες δημιουργούς οι οποίοι βρίσκονται στην επικαιρότητα της σκηνής τα τελευταία, και όχι μόνο, χρόνια. Η Jemma Press ξεχωρίζει, για άλλη μια φορά, για την επιλογή της να καταπιαστεί με ένα θέμα το οποίο δεν είναι απαραίτητα εμπορικό, αλλά δείχνει ότι πίσω από μια εμπορική επιχείρηση, υπάρχουν άτομα που ενδιαφέρονται για την ιστορική μνήμη και τις προεκτάσεις της στην σημερινή πραγματικότητα. Την επιμέλεια της προσεγμένης έκδοσης ( 84 σελίδες, 21Χ29 εκ. ), έχουν ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης, οικονομολόγος και συγγραφέας βιβλίων για την Κατοχή, και ο Γιάννης Κουκουλάς, ιστορικός τέχνης και δικός μας κομιξάνθρωπος, συνεπιμελητής του ενθέτου Καρέ-Καρέ στην Εφημερίδα των Συντακτών από το 2014. Μας έδωσαν μια πολύ φροντισμένη έκδοση, συνυπογράφοντας τον πρόλογο και αφιερώνοντας μια σελίδα για την παρουσίαση του βιογραφικού του κάθε συντελεστή, πράγμα που δείχνει πόσο σέβονται και τιμούν τη δουλειά τους. Για τους οποίους δημιουργούς δεν γνωρίζω τι ακριβώς να αναφέρω για να μην αδικήσω κάποιον. Τα ονόματα όλων μπορείτε να τα βρείτε στα tags αυτού του post, αλλά αξίζει να τα επαναλάβω και εδώ. Τόμεκ Γιοβάνης, Γιώργος Γούσης, Σπύρος Δερβενιώτης, Πέτρος Ζερβός, Δημήτρης Καμμένος, Λέανδρος, Τάσος Μαραγκός, Θοδωρής Μπαργιώτας, Αλεξία Οθωναίου, Αλέκος Παπαδάτος, Θανάσης Πέτρου, Soloup, Γιώργος Φαραζής, Πέτρος Χριστούλιας. Ο Λέανδρος σχεδίασε το εξώφυλλο και ο Φραγκίσκος Ζουταλούρης είναι υπεύθυνος για την γραφιστική επιμέλεια. Όλοι παραπάνω μας δίνουν 14 διαφορετικές ιστορίες, διαφορετικές προσεγγίσεις και διαφορετικά στυλ, τόσο σχεδιαστικά αλλά και θεματικά. Προφανώς κάποια μου άρεσαν περισσότερο από κάποια άλλα, αλλά το σημαντικό είναι ότι όλα έδεσαν όμορφα και παρουσίασαν αδρά τις πολλές οπτικές και πραγματικότητες που επικρατούσαν στην Αθήνα της κατοχής. Κάποια κόμικ σοκάρουν, άλλα προβληματίζουν, άλλα μεταφέρουν γλυκόπικρα συναισθήματα. Όλα όμως μας δείχνουν ότι την τραγική εκείνη περίοδο, δεν υπήρχε μόνο μαύρο και άσπρο. Δίπλα στο μαύρο της καταπίεσης και το κόκκινο του αίματος, υπήρχε η ελπίδα, το χιούμορ, ο αγώνας για την επιβίωση και η προσπάθεια για το μετά. Δεν είχα σκοπό να αναφέρω κάποιον δημιουργό ξεχωριστά, γιατί πιστεύω ότι, στο συγκεκριμένο έργο, το συνολικό αποτέλεσμα, ξεπερνάει οποιαδήποτε προσωπική προσπάθεια. Δεν μπορώ όμως να μην αναφέρω την εκπληκτική δουλειά που μας δίνει ο Γιώργος Φαραζής στο στριπ του με το όνομα Μέλπω. Με επιρροές (ρισκάρω να πω) από την ΓαλλοΒελγική σχολή, είναι ένας δημιουργός που δεν τον ήξερα, αλλά σίγουρα θέλω να δω και άλλες δουλειές του. Πολύ χαρούμενος που βλέπω τέτοιες παραγωγές στην μικρή μας ελληνική σκηνή. Ελπίζω σε συνέχεια τέτοιων project και πάλι πολλά συγχαρητήρια στους συντελεστές και στην εκδοτική εταιρεία.
-
Το ψηφιδωτό του χρόνου έσπασε. Η ιστορία που διηγείται ανακατεύτηκε. Μπορεί το σύνολο να ξαναγεννηθεί από τα κομμάτια του; Ο επίμονος αναγνώστης θα ανασυνθέσει την ιστορία από τα θραύσματα... Ο Πέτρος Χριστούλιας και ο Τάσος Ζαφειριάδης, το δίδυμο πίσω από τα Χαρακώματα, επιστρέφει μια νέο κόμικ ονόματι Ψηφιδωτό. Διηγούνται μια ιστορία μέσα από τον χώρο και το χρόνο με πρωταγωνιστή τον Κύριλλο, έναν άντρα που κρύβεται όταν οι Σταυροφόροι βιάζουν την γυναίκα του, σφάζουν και αυτήν και το παιδί τους και ως τιμωρία ο θάνατος τον αφήνει να περιπλανιέται μεταξύ ζωντανών και νεκρών για αιώνες με φόντο το Βυζάντιο στην παρακμή του. Η αφήγηση δεν είναι γραμμική, με τα επεισόδια της ιστορίας του Κυρίλλου να εμφανίζονται στο κόμικ ανακατεμένα (π.χ. πρώτο κεφάλαιο είναι το χρονικά τελευταίο) αφήνοντας τον αναγνώστη να τα τοποθετήσει στην σωστή σειρά ανασυνθέτοντας το ψηφιδωτό της ιστορίας. Αυτή η ασυνήθιστη επιλογή αφήγησης είναι το στοιχείο που κάνει το κόμικ τόσο ιδιαίτερο. Πέρα από τις προσωπικές συμπάθειες στο στιλ γραφής του Ζαφειριάδη και το σχέδιο του Χριστούλια (τις οποίες έχω αμφότερες), το να επιλέξουν να ανακατέψουν την ιστορία τιμώντας τον τίτλο προσέφερε και σε αυτούς και στον αναγνώστη μια πρόκληση αν θέλετε, που κάνει το κόμικ πιο χαρακτηριστικό και ξεχωριστό. Νομίζω πως είναι ένα πείραμα που έπιασε και ελπίζω να τραβήξει βλέμματα γιατί του αξίζει. Για όσους πάντως μπερδευτούν με το έντυπο, μπορούν πάντα να διαβάσουν την ψηφιακή μορφή η οποία πρωτοδημοσιεύθηκε στο socomic.gr από 5/6/18 έως 28/11/18 ή να ακολουθήσουν την σειρά που είναι στημένες οι ψηφίδες στο εσώφυλλο (κάθε ψηφίδα αντιστοιχεί σε ένα κεφάλαιο και στο εσώφυλλο έχουν μπει με χρονολογική σειρά). Μόνο μείον της καλαίσθητης έκδοσης της Jemma Press με την ωραία αντίθεση που κάνει το χρυσό εξώφυλλο είναι αυτό το ίδιο το χρυσό εξώφυλλο. Χαράζει πανεύκολα και μετά από 1-2 μπες βγες σε τσάντα έχει γεμίσει μεγάλες γραμμές. Κυκλοφόρησε αρχικά στο ComicDom 2019 και αν και αντιμετωπίζεται ως fiction έργο, στον ενδιαφέροντα επίλογο οι δημιουργοί αναφέρουν διάφορα υπαρκτά ιστορικά στοιχεία που ενσωμάτωσαν στην ιστορία. *οι εσωτερικές σελίδες είναι από το socomic.gr
- 3 replies
-
- 11
-
-
-
- Πέτρος Χριστούλιας
- Τάσος Ζαφειριάδης
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Ένα από τα αγαπημένα μου ελληνικά κόμικ, τα "Χαρακώματα, ιστορίες από την οδό γάγγραινας" είναι δημιούργημα του Πέτρου Χριστούλια (Ψηφιδωτό) που έσκασε μύτη στο CCA'14. Εξιστορεί με την απαραίτητη (όχι υπερβολική όμως) δόση χιούμορ την ζωή των Γάλλων στρατιωτών στην οδό Γάγγραινας, ένα χαράκωμα του Δυτικού μετώπου στον πρώτο παγκόσμιο. Οι ατάκες πέφτουν βροχή, οι χαρακτήρες σε κερδίζουν αμέσως, η σαπίλα του πολέμου περνιέται αποτελεσματικά, έστω και σε ανάλαφρο τόνο. Το σχέδιο είναι το χαρακτηριστικό του Χριστούλια, αυτό το καρτουνίστικο που αρέσει πολύ και ας είναι σχετικά generic. Πληροφορία που μοιράστηκε ο δημιουργός είναι πως σε κάποιο στάδιο συγγραφής του συγκεκριμένου, έδωσε δείγματα στον τεράστιο Moebius τον οποίο ήξερε προσωπικά. Πιστός στην εξαντλητική τήρηση ιστορικής ακρίβειας όπως οι περισσότεροι Γάλλοι κομίστες, ο Μοε τον "επέπληξε" για το ότι οι στολές των φαντάρων δεν ήταν σχεδιασμένες όπως οι πραγματικές. Εκδόθηκε από την Jemma Press, τον κολοσσό της εγχώριας κυκλοφορίας τον Απρίλιο του '14, ενώ πρώτα είχε ανεβεί σε συνέχειες στο socomic.gr.
- 2 replies
-
- 10
-
-
- 2014
- Jemma Press
-
(and 1 more)
Tagged with:
-
Όπως πληροφορούμαστε και από το οπισθόφυλλο, η έκδοση αυτή συγκεντρώνει για πρώτη φορά όλα τα επεισόδια που δημοσιεύθηκαν αρχικά μέσα από τις σελίδες του 9 και κατόπιν σε έκδοση της Ελευθεροτυπίας. Επίσης στο τέλος υπάρχει έξτρα υλικό, με σχόλια του Τάσου Ζαφειριάδη, προσχέδια και σχέδια άλλων δημιουργών. Πρόκειται για μονοσέλιδες ιστορίες, ενίοτε χιουμοριστικές και ενίοτε πιο μελαγχολικές, που περιγράφουν τις εντυπώσεις του δημιουργού από την ζωή στην Αθήνα. Παρόλο που σαν γνήσιο τέκνο της πόλης που δεν μπορώ να με φανταστώ να την εγκαταλείπω, δεν συμμερίζομαι την οπτική του σεναριογράφου, αυτό δε σημαίνει ότι δε μου άρεσε. οι σελίδες είναι από το άρθρο του Γιάννη Κουκουλά Εντός (κι εκτός) των τειχών Αντιθέτως, το θεωρώ ένα αρκετά καλό "αυτοβιογραφικό" κόμικ με αρκετά πετυχημένο χιούμορ. Ακόμα, με εντυπωσίασε η ιδέα του σε-σμίκρυνση-πρωταγωνιστή που αφήνει την πόλη να παίρνει τον πρώτο ρόλο, ενώ αυτός προσπαθεί να επιβιώσει στους ρυθμούς της. Φαντάζομαι ότι σε ανθρώπους που άφησαν τον τόπο καταγωγής τους για να πάνε σε μια μεγάλη πόλη να ζήσουν, θα τους αρέσει ακόμα περισσότερο και σίγουρα θα βρουν αρκετά σημεία με τα οποία θα ταυτιστούν. Το σχέδιο είναι πολύ πετυχημένο και δένει με το ύφος των ιστοριών και η έκδοση είναι πολύ προσεγμένη και σίγουρα τα αξίζει τα χρήματα της.
-
- 9
-
-
-
- Τάσος Ζαφειριάδης
- Πέτρος Χριστούλιας
-
(and 2 more)
Tagged with:
-
Πώς μπορείς να μιλήσεις για την υπερχιλιετή ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέσα από λίγες πολύχρωμες ψηφίδες ενός παλαιού επιτοίχιου; Η απάντηση βρίσκεται στο «Ψηφιδωτό», ένα κόμικς που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες από την πάντα δραστήρια Jemma Press. Το υπογράφουν δύο φίλοι και συνεργάτες από παλαιά: ο σεναριογράφος Τάσος Ζαφειριάδης (γνωστός και από τις δημοσιεύσεις του στον «Χάρτη») και ο σχεδιαστής Πέτρος Χριστούλιας. Το αποτέλεσμα είναι μια ενδιαφέρουσα συνάρθρωση αφήγησης και εικόνων που συνθέτει, κομματάκι-κομματάκι, το «Ψηφιδωτό». Ένα κόμικς που πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο ιστολόγιο socomic.gr, αποκαλύπτοντας τώρα, στην έντυπη εκδοχή του, τον ιδιαίτερο τρόπο ανάγνωσης που προβλέπει η κατασκευή του. Πρωτότυπο στη σύλληψη και καινοτόμο στον τρόπο που ζητά από τους αναγνώστες να διαβάσουν την ιστορία, το κόμικς δεν ακολουθεί την… πεπατημένη, από την πρώτη προς την τελευταία σελίδα. Ζητά, αντίθετα, να αναδιατάξουν τις 14 ψηφίδες-κεφάλαια του βιβλίου, βάζοντάς τα στη σωστή σειρά, ώστε να έχουν την γραμμική εξέλιξη της ιστορίας. Οδηγός και βοηθός σε αυτή την ιδιαίτερη διαδικασία ανάγνωσης (που θυμίζει ανασύσταση διαλυμένου ψηφιδωτού) είναι η χρωματική ταυτότητα κάθε μιας από τις 14 ψηφίδες που παρατίθενται στην αρχή του βιβλίου. Με οδηγό το χρώμα, αλλά και τη σειρά με την οποία είναι βαλμένα τα πετραδάκια, ο «επίμονος» (σύμφωνα με τον ορισμό των δύο δημιουργών) αναγνώστης μπορεί να διαβάσει, κινούμενος μπρος-πίσω στις σελίδες, τα αντίστοιχα κεφάλαια που ξεκλειδώνουν το νόημα της ιστορίας. Στις 96 σελίδες αυτής της καλαίσθητης έκδοσης, εικονογραφημένες με μαεστρία από τον Πέτρο Χριστούλια, ο έτερος των συμβαλλομένων, Τάσος Ζαφειριάδης, μπόλιασε την ιστορία του με ενδιαφέροντα ιστορικά, λαογραφικά, αλλά και φαντασιακά στοιχεία: Η μοιραία Δ΄ Σταυροφορία του 1201-1204, ο Μαύρος Θάνατος του 14ου αιώνα, τα έθιμα ταφής, τα μυθικά τζιν και τα ιφρίτ των Αράβων, η Πλατυτέρα, η ρωμαϊκή γέφυρα του Σεπτιμίου Σεβήρου στον Ευφράτη, όπου έχτισε τον τάφο του ο Διγενής Ακρίτας σύμφωνα με το ομώνυμο έπος, ο όσιος Σισώης που σε μεταβυζαντινές απεικονίσεις θρηνεί μπροστά στο λείψανο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μέχρι μια βυζαντινή εκδοχή κρεμμυδόσουπας με ψωμί… Η πληθώρα των στοιχείων που εμπλουτίζουν με την παρουσία τους τις λέξεις και τις εικόνες του κόμικς, αποτελούν μία επιπλέον πρόκληση για τους «επίμονους» που θα εντρυφήσουν στις σελίδες του. Αρκεί να έχουν κατά νου ότι δεν πρόκειται για ιστορικό αφήγημα, αλλά για μια παιγνιώδη ιστορία του φανταστικού. Πώς προέκυψε το «Ψηφιδωτό»; Τάσος Ζαφειριάδης: Οι προπαππούδες μου όταν πέρασαν με την ανταλλαγή πληθυσμών από την Μεσσήνη Ανατολικής Θράκης στην Ελλάδα κι εγκαταστάθηκαν στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης, ανάμεσα στα λιγοστά πράγματα που έφεραν μαζί τους ήταν και εννιά ψηφίδες από ένα παλιό ψηφιδωτό. Αυτά τα γυαλιστερά πετραδάκια τα κατέβαζε η βροχή από τα ερείπια ενός βυζαντινού φρουρίου στο χωριό (σήμερα ονομάζεται Μισινλί). Στα μάτια μου είχε μια μαγική ιδιότητα εκείνο το οικογενειακό κειμήλιο και η μυστηριώδης του προέλευση δυνάμωνε αυτήν την εντύπωση ακόμη περισσότερο. Αργότερα έμαθα ότι στο ίδιο μέρος βρισκόταν η ρωμαϊκή πόλη Δρουσιπάρα, με τη Βασιλική του μάρτυρα Αγίου Αλέξανδρου του Ρωμαίου, η οποία κάηκε ολοσχερώς από τους Αβάρους τον 6ο αιώνα. Οι ψηφίδες προέρχονταν άραγε από αυτή την εκκλησία ή κάποια μεταγενέστερη; Τι εικόνα σχημάτιζαν αυτές οι ψηφίδες; Η ιστορία του “Ψηφιδωτού” άρχισε να παίρνει σχήμα καθώς παρατηρούσα σε παλιές εκκλησίες τα βγαλμένα μάτια στα πρόσωπα των αγίων, τα βανδαλισμένα από πιστούς ή απίστους, που έδιναν μια πιθανή απάντηση. Μεγάλη επιρροή στο ύφος ήταν τα γραπτά του Σέρβου Μίλοραντ Πάβιτς. Το αγαπημένο μου Λεξικό των Χαζάρων, αλλά και άλλα έργα του, διακρίνονται από αυτό το –βαλκανικό και βυζαντινό– μείγμα μυθοπλασίας και ιστορίας, του οποίου η εγγύτητα στην ελληνική πραγματικότητα το έκαναν να μου φαίνεται πιο ανοίκειο και συναρπαστικό. Άλλο στοιχείο του έργου του είναι η μη γραμμική σειρά ανάγνωσης. Σύντομα αποφάσισα ότι κάθε κεφάλαιο θα ήταν μια ψηφίδα με διαφορετική απόχρωση. Όλες μαζί θα σχημάτιζαν μια ιστορία-ψηφιδωτό, προτρέποντας τον αναγνώστη να βάλει μια τάξη στη διαλυμένη πλοκή. Άρα θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς ένα κόμικς περιπλάνησης και φανταστικού με ύφος «βυζαντινό». Εννέα ψηφίδες με διαφορετική απόχρωση… Πότε και με ποιο τρόπο ενώθηκαν σε αυτή την σκόπιμα μπλεγμένη πλοκή; Τ.Ζ.: Η πρώτη εκδοχή του σεναρίου γράφτηκε το 2009. Δύο σχεδιαστές επρόκειτο να το σχεδιάσουν σε διαφορετικές φάσεις, αλλά ο χρόνος τελικά δεν τους το επέτρεψε. Η καθυστέρηση στον σχεδιασμό επέβαλλε κάθε τόσο προσθήκες και αλλαγές, με την τελική εκδοχή να είναι η πέμπτη ή έκτη, καθώς όσο περνάει ο καιρός, αλλάζει κανείς οπτική ή άποψη για το έργο του και θέλει να το βελτιώσει. Το έργο ανέλαβε τελικά τον ένατο χρόνο ο Πέτρος Χριστούλιας, ο οποίος και το ολοκλήρωσε, με τη πολύτιμη οικονομική συμβολή του socomic.gr, όπου και πρωτοδημοσιεύτηκε. Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 2019, άρα συνολικά πήρε δέκα χρόνια! Με ποιο τρόπο συνεργαστήκατε; Ποιοι ήταν οι τρόποι παρέμβασης, αλληλεπίδρασης και τελικής διαμόρφωσης της ιστορίας και της εικονογράφησης; Πέτρος Χριστούλιας: Το ότι η ιστορία ήταν ένα ψηφιδωτό βοήθησε και στο κομμάτι της οργάνωσης της παραγωγής. Ο Τάσος είχε ήδη το σενάριο σε μικρές ενότητες κεφάλαια και παρότι ο τελικός σκοπός ήταν να μπουν ανακατεμένα, τα ξεκινήσαμε ένα-ένα κατά κανόνα γραμμικά. Όπως δηλαδή δημοσιεύθηκε και στο socomic.gr αφού από ένα σημείο και μετά η εβδομαδιαία δημοσίευση μάς πρόλαβε. Σκηνή-σκηνή λοιπόν έστηνα τις σελίδες σε προσχέδια και τα έστελνα στον Τάσο. Εκτός μερικών εξαιρέσεων δε χρειάστηκε ιδιαίτερη συζήτηση πριν ξεκινήσω τα τελικά μολύβια, το μελάνωμα και το χρώμα. Αυτά είναι τα καλά της μακρόχρονης συνεργασίας. Ξέρει τι περιμένει ο ένας από τον άλλο και αφήνει χώρο. Τ.Ζ.: Ο Πέτρος ανέλαβε να δώσει στο κόμικς την τελική μορφή του, συμπληρώνοντας με μικρές πινελιές το κείμενο και τη δράση, όπου αυτός έκρινε απαραίτητο κατά το στήσιμο των σελίδων. Προχώρησε δηλαδή σε –τρόπον τινά– αποκατάσταση αρχαιοτήτων, σε μία περίοδο που εγώ ολοκλήρωνα το διδακτορικό μου και δεν είχα πολύ χρόνο να «επιβλέπω». Είχα ήδη αρκετό φωτογραφικό υλικό για αναφορά από βιβλία ή το διαδίκτυο, οπότε έδινα κάποιες σχετικές οδηγίες ανά κεφάλαιο που δουλευόταν, ώστε να ελαχιστοποιείται ο όγκος της δουλειάς που έπρεπε να γίνει άμεσα. Έγιναν πολλές αλλαγές στον διάλογο, αλλά ακόμα και στο σχέδιο, ακόμα και προσθήκες τελευταίας στιγμής, όπως π.χ. η αναφορά στον Όσιο Σισώη που θρηνεί μπροστά στο λείψανο του Μεγαλέξανδρου – έμπνευση κυριολεκτικά στο παρά πέντε πριν τη δημοσίευση. Πόση ιστορική αλήθεια και πόση φαντασία υπάρχουν στη σύνθεση του σεναρίου; Τ.Ζ.: Ο κεντρικός μύθος, η βασική πλοκή, παραμένει μία ιστορία φαντασίας. Αφότου υπήρχε αυτή έγινε έρευνα και δανείστηκα πολλά στοιχεία από σύγχρονες έρευνες, αλλά και κείμενα της περιόδου (έθιμα, θρύλοι, στολές, αρχιτεκτονική κ.ά.), ώστε να αποδίδεται όσο το δυνατόν γίνεται ένα βυζαντινό «άρωμα», χωρίς να χρησιμοποιείται το κατεξοχήν βυζαντινό εικονογραφικό ύφος της αγιογραφίας. Τα δάνεια επεκτάθηκαν και σε άλλες περιοχές, όπως π.χ. η Βενετία, ή κι εποχές, όπως τα μεταβυζαντινά μαρμαρένια αλώνια όπου μάχεται ο Διγενής Ακρίτας τον Θάνατο. Ελπίζω να πετύχαμε αυτήν την αίσθηση. Αγαπημένη μου λεπτομέρεια, η οποία μάλλον δεν είναι εμφανής με την πρώτη ανάγνωση, τα πουλιά των δημοτικών τραγουδιών πανταχού παρόντα ως θεατές της δράσης (πουλάκια είναι κι ας κιλαηδούν, πουλάκια είναι κι ας λένε). Σε κάθε ψηφίδα εμφανίζεται και άλλο πουλί, ενώ στο κεφάλαιο που εμφανίζεται ο ξένος έχουμε μια νυχτερίδα! Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίσατε και τι προβλήματα χρειάστηκε να επιλύσετε; Π.Χ.: Αρχικά έπρεπε να πάρουμε κάποιες αποφάσεις όσον αφορά στο ντιζάιν. Το καθαρό καρτουνίστικο σχέδιο που γενικά προτιμώ, φάνηκε να μας εξυπηρετεί μια χαρά, παρά το δραματικό ύφος της ιστορίας, ενώ το χρώμα του κάθε κεφαλαίου ήταν σημαντικό στοιχείο της αφήγησης, οπότε η παλέτα έπρεπε να είναι αποφασισμένη και καθαρή. Αυτοί οι αυτοπεριορισμοί όμως προσωπικά μόνο με βοηθούν και πιστεύω ότι περισσότερο δίνουν στη δουλειά παρά της στερούν ο,τιδήποτε. Τ.Ζ.: Το Βυζάντιο είναι μία χιλιόχρονη περίοδος για την οποία από τη μια έχουμε αποσπασματικές ή ελλιπείς πληροφορίες, από την άλλη όμως ο όγκος των πληροφοριών που έχουμε (αρχαιολογικά, ιστορικά, κ.λπ.) είναι ήδη τεράστιος για μη ειδικούς σαν κι εμάς. Αυτό σημαίνει πως ό,τι και να επιχειρήσει κανείς πραγματολογικά θα είναι λάθος, οπότε έπρεπε να συμφιλιωθούμε προκαταβολικά με αυτήν την αποτυχία. Η επιλογή της σειράς των κεφαλαίων ήταν ένα άλλο πρόβλημα προς επίλυση. Έπρεπε να βρούμε μία ισορροπία μεταξύ του τυχαίου και του πλήρως γραμμικού, ώστε να μην είναι ο αναγνώστης τελείως ξεκρέμαστος. Κάναμε τρεις εκδοχές και τις δοκιμάσαμε στέλνοντάς τις σε φίλους να μας πουν τι καταλαβαίνουν. Κάποια άλλα στοιχεία «βοηθούν» λίγο την ανάγνωση, είτε στο κείμενο είτε οπτικά, π.χ. η γενειάδα του πρωταγωνιστή. Υπάρχει φυσικά και ένα χρωματικό «λυσάρι» στο βιβλίο, ενώ στο socomic.gr η ιστορία ανέβηκε γραμμικά, γιατί ως webcomic θα ήταν μάλλον υπερβολικά πολύπλοκο αυτό το μπρος-πίσω. Πείτε μας λίγα λόγια για το στιλ με το οποίο αποδόθηκαν οι χαρακτήρες. Π.Χ.: Όσον αφορά στο στιλ του σχεδίου, πάντα με γοήτευαν οι σχεδιαστές που κρατούν μια ισορροπία μεταξύ της απλότητας και της ελευθερίας που τους προσφέρει το καρτουνίστικο στιλιζάρισμα και του απαραίτητου νατουραλισμού ώστε η εικόνα που περιγράφεται να έχει την υφή που χρειάζεται για να υπηρετήσει την ιστορία. Προσπάθησα να βρω αυτήν την ισορροπία για την συγκεκριμένη ιστορία του Τάσου. Ξέρω όμως ότι αυτή η προσέγγιση έχει και έναν υποκειμενισμό και κάποιος άλλος μπορεί να την σχεδίαζε πολύ διαφορετικά. Ελπίζω η προσωπική μου επιλογή να βρει ένα κοινό που θα το ικανοποιήσει. Τι βοηθήματα είχατε για τον σχεδιασμό των ρούχων, των όπλων, της αρχιτεκτονικής και του διακόσμου; Π.Χ.: Από τη στιγμή που σχεδιάζεις μια ιστορία που αναφέρεται σε συγκεκριμένη εποχή ακόμα και αν έχεις την δικαιολογία ότι πρόκειται για ιστορία με φανταστικά στοιχεία, πρέπει να ανατρέξεις σε πηγές. Φυσικά το καρτουνίστικο στιλ επιτρέπει λίγη γενικολογία αλλά πρέπει να δημιουργήσεις στον αναγνώστη μια υφή και μια γεύση της εποχής που αναφέρεσαι. Ο Τάσος όπως συνήθως συνόδευε το σενάριο με πλούσιες αναφορές εικόνας όπου χρειαζόταν αλλά χρειάστηκε και εγώ να κάνω πάντα την προσωπική μου έρευνα. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση της εικονογράφησης της Κωνσταντινούπολης λίγο πριν την άλωση, που χρειάστηκε να κατεβάσω από την βιβλιοθήκη μου τον σκονισμένο Β΄ τόμο της Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής του Χαράλαμπου Μπούρα, που είχα να τον ανοίξω από τα χρόνια της Σχολής Καλών Τεχνών. Τελικά, πόσο δύσκολη ήταν η μεταφορά αυτής της «θρυμματισμένης» ιστορίας σε κόμικς; Τ.Ζ.: Η επιλογή της μη γραμμικής αφήγησης ήταν μέρος της αρχικής έμπνευσης, γράφτηκε έτσι, άρα αυτή η δυσκολία ήταν εξαρχής στο παιχνίδι. Σίγουρα δεν είναι επιλογή φιλική προς όλους τους αναγνώστες. Αυτό που με δυσκόλεψε κυρίως όμως είναι ότι πήρε καιρό να υλοποιηθεί το κόμικς και όλες αυτές οι καθυστερήσεις επιβάλανε συνεχείς αλλαγές στο σενάριο. Όταν δουλεύεις κάτι τόσον καιρό, θέλει υπομονή, σε κυριεύουν οι αμφιβολίες για το αν βγάζει νόημα, αν είναι αποτελεσματικό κ.λπ. Σε αυτό εμπιστεύτηκα την κρίση του Πέτρου» Πηγή
-
- 3
-
-
- Τάσος Ζαφειριάδης
- Πέτρος Χριστούλιας
-
(and 2 more)
Tagged with: